*
Ανασυγκρότηση
***
*
*
Ειλικρινά
δεν καταλαβαίνω
τι ακριβώς συμβαίνει
Του Πέτρου Κατσάκου
Είμαι κι εγώ ένας δυστυχισμένος ιδιοκτήτης εμπορικού καταστήματος στο κέντρο της Αθήνας. Είμαι ο άνθρωπος που όλοι γνωρίσατε τα τελευταία χρόνια από τις μικρές σας οθόνες. Είμαι αυτός που έβγαινα στα κανάλια και έλεγα τον πόνο μου δίπλα στον δήμαρχο και τον πρόεδρο του εμπορικού μας συλλόγου. Το κινητό μου τηλέφωνο χτυπούσε κάθε φορά που διαδηλωτές έκλειναν τους δρόμους του κέντρου, με δεκάδες δημοσιογράφους να με καλούν να πω τον πόνο μου και να καταθέσω την οργή μου στα τηλεοπτικά παράθυρα για όλους αυτούς που εμπόδιζαν το καταναλωτικό κοινό να πλησιάσει την βιτρίνα μου.
Είμαι κι εγώ ένας δυστυχισμένος ιδιοκτήτης εμπορικού καταστήματος στο κέντρο της Αθήνας. Είμαι ο άνθρωπος που όλοι γνωρίσατε τα τελευταία χρόνια από τις μικρές σας οθόνες. Είμαι αυτός που έβγαινα στα κανάλια και έλεγα τον πόνο μου δίπλα στον δήμαρχο και τον πρόεδρο του εμπορικού μας συλλόγου. Το κινητό μου τηλέφωνο χτυπούσε κάθε φορά που διαδηλωτές έκλειναν τους δρόμους του κέντρου, με δεκάδες δημοσιογράφους να με καλούν να πω τον πόνο μου και να καταθέσω την οργή μου στα τηλεοπτικά παράθυρα για όλους αυτούς που εμπόδιζαν το καταναλωτικό κοινό να πλησιάσει την βιτρίνα μου.
Είμαι αυτός που τότε είχα όλο το χρόνο στη διάθεσή μου να καταγγέλλω από τηλεοράσεως τις μειοψηφίες και την «Αριστερά του πεζοδρομίου» για την πτώση του τζίρου μου και για την άθλια εικόνα της Αθήνας των διαδηλώσεων που έδιωχνε πελάτες, τουρίστες και νοικοκυραίους από το εμπορικό κέντρο. Τουλάχιστον σε 100 τηλεοπτικά ρεπορτάζ και σε άλλες τόσες ζωντανές συνδέσεις είχα πει το παράπονό μου.
Με νοσταλγία θυμάμαι τις εποχές που βρισκόμουν στο ίδιο κάδρο με τον Γιώργο Καμίνη και τον Παναγή Καρέλλα και ζητούσαμε από την κυβέρνηση να μας απαλλάξει από τη μάστιγα των διαδηλώσεων. Με νοσταλγία θυμάμαι τους τηλεοπτικούς μου οικοδεσπότες να μοιράζονται τον πόνο και την αγωνία μου. Με νοσταλγία τους θυμάμαι να συμπάσχουν μαζί μου και να κατακεραυνώνουν τους ασυνείδητους διαδηλωτές που μου έδιωχναν τους πελάτες.
Με νοσταλγία θυμάμαι τις εποχές που βρισκόμουν στο ίδιο κάδρο με τον Γιώργο Καμίνη και τον Παναγή Καρέλλα και ζητούσαμε από την κυβέρνηση να μας απαλλάξει από τη μάστιγα των διαδηλώσεων. Με νοσταλγία θυμάμαι τους τηλεοπτικούς μου οικοδεσπότες να μοιράζονται τον πόνο και την αγωνία μου. Με νοσταλγία τους θυμάμαι να συμπάσχουν μαζί μου και να κατακεραυνώνουν τους ασυνείδητους διαδηλωτές που μου έδιωχναν τους πελάτες.
Θυμάμαι και απογοητεύομαι. Μια ντουζίνα διαδηλώσεις έχουν γίνει τον τελευταίο μήνα, έχουν περάσει έξω από το μαγαζί μου και δεν έχει χτυπήσει ούτε μια φορά το τηλέφωνό μου. Ούτε ένας δημοσιογράφος δεν με θυμήθηκε, ούτε ένα κανάλι δεν ζήτησε να μοιραστεί τον πόνο μου μαζί του. Ξεχάστηκα κι εγώ, ξεχάστηκε κι ο δήμαρχος, ξεχάστηκε και ο Πρόεδρος του Εμπορικού μου Συλλόγου. Τίποτα. Ούτε λέξη. Ούτε πλάνο. Μας έφαγε το μαύρο το τηλεοπτικό σκοτάδι. Και τη θέση μου πήρε στην οθόνη ένας φοιτητής, ένας συνταξιούχος, ένας ανάπηρος, ένας άνεργος, ένας τέλος πάντων από αυτούς που κάποτε όλοι μαζί κατηγορούσαμε στα τηλεοπτικά παράθυρα.
Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι ακριβώς συμβαίνει. Στην αρχή σκέφτηκα μήπως έχασαν τον αριθμό του κινητού μου. Πήρα τηλέφωνο σε ένα κανάλι και ζήτησα τον κύριο Μπάμπη. Μου είπαν πως είναι απασχολημένος. Πήρα σε άλλο κανάλι και ζήτησα τον κύριο Γιάννη. Μου απάντησαν πως δεν έχει έρθει ακόμα στο γραφείο. Άφησα μήνυμα σε όλους περιμένοντας ένα τηλεφώνημα. Ακόμα, όμως, περιμένω. Στην αναμονή με έχουν βάλει οι παλιοί μου φίλοι.
Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι ακριβώς συμβαίνει. Στην αρχή σκέφτηκα μήπως έχασαν τον αριθμό του κινητού μου. Πήρα τηλέφωνο σε ένα κανάλι και ζήτησα τον κύριο Μπάμπη. Μου είπαν πως είναι απασχολημένος. Πήρα σε άλλο κανάλι και ζήτησα τον κύριο Γιάννη. Μου απάντησαν πως δεν έχει έρθει ακόμα στο γραφείο. Άφησα μήνυμα σε όλους περιμένοντας ένα τηλεφώνημα. Ακόμα, όμως, περιμένω. Στην αναμονή με έχουν βάλει οι παλιοί μου φίλοι.
Κι αναρωτιέμαι αν έφταιξα σε κάτι και δεν με θέλουν πια στις εκπομπές, στα δελτία και στα παράθυρά τους. Μήπως δεν ήμουν αρκετά σκληρός τότε με τους συνταξιούχους και τους φοιτητές; Αλήτες τους ανέβαζα, αναίσθητους τους κατέβαζα και οι οικοδεσπότες μου κουνούσαν καταφατικά το κεφάλι. Και τώρα τους βλέπω να κουνούν με θλίψη και κατανόηση τα κεφάλια τους για τα προβλήματα όλων αυτών που τότε με οδηγούσαν στην καταστροφή και στο λουκέτο.
Τι δεν καταλαβαίνω, ρε παιδιά; Τι δεν πάει καλά; Τι άλλαξε μέσα σε ένα χρόνο; Εγώ άλλαξα; Οι διαδηλωτές άλλαξαν; Τα αιτήματα άλλαξαν ή μήπως τα κανάλια; Γιατί δεν μπορεί. Κάτι άλλαξε, ρε παιδιά, και δεν με βγάζουν τα κανάλια.
---
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου