*
Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας που αφορούν τους δημοσιογράφους χαρακτηρίζονται από τον νομοθέτη ως ομοιοεπαγγελματικές, δηλαδή αφορούν μισθωτούς που ασκούν ένα συγκεκριμένο επάγγελμα, εν προκειμένω το δημοσιογραφικό.
Στις ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις λοιπόν ισχύει εκ του νόμου ο κανόνας της δέσμευσης μόνο των μελών. Με πιο απλά λόγια για να ρυθμίζει η συλλογική σύμβαση τις σχέσεις αμοιβής και εργασίας ενός δημοσιογράφου θα πρέπει αυτός να είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και ο εργοδότης του μέλος της αντίστοιχης εργοδοτικής Ένωσης (κανόνας της αμφιμερούς δέσμευσης, εργοδότη και εργαζόμενου).
Παλαιότερα με τον θεσμό της επέκτασης της συλλογικής σύμβασης (κηρυσσόταν με απόφαση του Υπουργού Εργασίας υποχρεωτική και για τους εργοδότες που δεν ανήκαν στις εργοδοτικές Ενώσεις) η συλλογικές συμβάσεις εργασίας των δημοσιογράφων δέσμευαν τους πάντες. Δυστυχώς με το αρθρ. 36, παρ. 6, Ν. 4024/2011 ανεστάλη η δυνατότητα του Υπουργού Εργασίας να κηρύσσει με απόφασή του τις ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις γενικώς υποχρεωτικές για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (έως το τέλος του 2018). Κατά συνέπεια έως και το 2018 οι συλλογικές συμβάσεις οι οποίες ενδεχομένως θα υπογραφούν και θα αφορούν τους δημοσιογράφους της Αθήνας θα ισχύουν μόνο για αυτούς που θα εργάζονται σε εργοδότες-μέλη των αντίστοιχων εργοδοτικών οργανώσεων.
ΜΕ ΠΟΙΟΝ ΑΝΤΙΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟ;
Δυστυχώς η νομοθετική κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στον ΟΜΕΔ και ο περιορισμός του ρόλου της διαιτησίας μας αφαίρεσε την δυνατότητα να προσφύγουμε και να επιδιώξουμε την έκδοση διαιτητικής απόφασης η οποία θα ρυθμίζει τους όρους αμοιβής και εργασίας με τον ίδιο τρόπο που θα τους ρύθμιζε μια συλλογική σύμβαση. Επιπλέον υπό το νέο νομοθετικό καθεστώς, και αν ακόμα μια εργοδοτική οργάνωσε συμφωνούσε στην από κοινού προσφυγή στην διαιτησία, ο διαιτητής δεν μπορεί να ορίσει παρά μόνο τους βασικούς μισθούς και τίποτε άλλο. Κατά συνέπεια μόνο αν οι εργοδοτικές οργανώσεις το επιθυμούν θα υπάρξουν συλλογικές συμβάσεις. Το ζήτημα εν προκειμένω δεν είναι νομικό αλλά καθαρά συνδικαλιστικό. Οι εργοδοτικές Ενώσεις θα πρέπει να πιεστούν ώστε, επ’ ωφελεία της εργασιακής ειρήνης, να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
ΑΝ ΟΧΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Ανασυγκρότηση
***
*
*
Σχετικά με τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (Σ.Σ.Ε.)
Τι έχει απομείνει
από τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας
των δημοσιογράφων μετά τα Μνημόνια;
.
Ποιοί δεσμεύονται;
Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας που αφορούν τους δημοσιογράφους χαρακτηρίζονται από τον νομοθέτη ως ομοιοεπαγγελματικές, δηλαδή αφορούν μισθωτούς που ασκούν ένα συγκεκριμένο επάγγελμα, εν προκειμένω το δημοσιογραφικό.
Στις ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις λοιπόν ισχύει εκ του νόμου ο κανόνας της δέσμευσης μόνο των μελών. Με πιο απλά λόγια για να ρυθμίζει η συλλογική σύμβαση τις σχέσεις αμοιβής και εργασίας ενός δημοσιογράφου θα πρέπει αυτός να είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και ο εργοδότης του μέλος της αντίστοιχης εργοδοτικής Ένωσης (κανόνας της αμφιμερούς δέσμευσης, εργοδότη και εργαζόμενου).
Παλαιότερα με τον θεσμό της επέκτασης της συλλογικής σύμβασης (κηρυσσόταν με απόφαση του Υπουργού Εργασίας υποχρεωτική και για τους εργοδότες που δεν ανήκαν στις εργοδοτικές Ενώσεις) η συλλογικές συμβάσεις εργασίας των δημοσιογράφων δέσμευαν τους πάντες. Δυστυχώς με το αρθρ. 36, παρ. 6, Ν. 4024/2011 ανεστάλη η δυνατότητα του Υπουργού Εργασίας να κηρύσσει με απόφασή του τις ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις γενικώς υποχρεωτικές για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (έως το τέλος του 2018). Κατά συνέπεια έως και το 2018 οι συλλογικές συμβάσεις οι οποίες ενδεχομένως θα υπογραφούν και θα αφορούν τους δημοσιογράφους της Αθήνας θα ισχύουν μόνο για αυτούς που θα εργάζονται σε εργοδότες-μέλη των αντίστοιχων εργοδοτικών οργανώσεων.
ΜΕ ΠΟΙΟΝ ΑΝΤΙΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟ;
Δυστυχώς η νομοθετική κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στον ΟΜΕΔ και ο περιορισμός του ρόλου της διαιτησίας μας αφαίρεσε την δυνατότητα να προσφύγουμε και να επιδιώξουμε την έκδοση διαιτητικής απόφασης η οποία θα ρυθμίζει τους όρους αμοιβής και εργασίας με τον ίδιο τρόπο που θα τους ρύθμιζε μια συλλογική σύμβαση. Επιπλέον υπό το νέο νομοθετικό καθεστώς, και αν ακόμα μια εργοδοτική οργάνωσε συμφωνούσε στην από κοινού προσφυγή στην διαιτησία, ο διαιτητής δεν μπορεί να ορίσει παρά μόνο τους βασικούς μισθούς και τίποτε άλλο. Κατά συνέπεια μόνο αν οι εργοδοτικές οργανώσεις το επιθυμούν θα υπάρξουν συλλογικές συμβάσεις. Το ζήτημα εν προκειμένω δεν είναι νομικό αλλά καθαρά συνδικαλιστικό. Οι εργοδοτικές Ενώσεις θα πρέπει να πιεστούν ώστε, επ’ ωφελεία της εργασιακής ειρήνης, να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
ΑΝ ΟΧΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
ΜΕ ΤΙΣ ΕΝΩΣΕΙΣ ΙΔΙΟΚΤΗΤΩΝ, ΤΟΤΕ ΤΙ;
Στο αμέσως ανωτέρω ερώτημα πρέπει καταρχήν να διευκρινίσουμε ότι σήμερα δεν βρίσκονται εν ισχύει συλλογικές συμβάσεις που να ρυθμίζουν τους όρους αμοιβής και εργασίας των δημοσιογράφων της Αθήνας καθώς οι συμβάσεις του 2008 (για τις εφημερίδες, τους τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς και τους τηλεοπτικούς σταθμούς Εθνικής Εμβέλειας) έχουν λήξει/καταγγελθεί και η νόμιμη εξάμηνη παράτασή τους εξέπνευσε την 30-6-2010. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο εργοδότης που προσλαμβάνει σήμερα έναν δημοσιογράφο έχει ελάχιστη υποχρέωση να του καταβάλει τον κατώτατο νόμιμο μισθό (586 ευρώ + έως τρεις τριετίες 5% η κάθε μία).
Περαιτέρω για τους δημοσιογράφους που εργάζονταν σε έναν εργοδότη πριν από την 30-6-2010 και εξακολουθούν να εργάζονται στον ίδιο έως σήμερα διακρίνουμε δυο περιπτώσεις :
Περίπτωση 1η :
Δημοσιογράφοι που αμείβονταν με τις αποδοχές τις συλλογικής σύμβασης του 2008 και δεν υπέγραψαν από 1-7-2010 έως σήμερα τροποποιητική ατομική σύμβαση με χαμηλότερο αυτής μισθό. Οι συγκεκριμένοι εξακολουθούν να λαμβάνουν τον προβλεπόμενο από την συλλογική σύμβαση του 2008 βασικό μισθό, τις ωριμάνσεις, το επίδομα τέκνων και το επιστημονικό επίδομα. Είναι χρήσιμο στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι ατομικές συμβάσεις με υψηλότερο της συλλογικής σύμβασης μισθό, όποτε και αν συνομολογήθηκαν αυτές, είναι απρόσβλητες και ισχυρές μέχρι να τροποποιηθούν με τη συναίνεση του εργαζομένου .
Περίπτωση 2η :
Δημοσιογράφοι που μετά την 30-6-2010 υπέγραψαν τροποποιητική ατομική σύμβαση εργάζονται και αμείβονται με βάση τους όρους της ατομικής τους σύμβασης και μόνο. Η συλλογική σύμβαση έπαψε να εφαρμόζεται γι’ αυτούς, εκτός και αν στην ατομική τους σύμβαση προβλέπεται ρητά η επιβίωση κάποιου ή κάποιων όρων των συλλογικών συμβάσεων του 2008. Είναι αυτονόητο να τονίσουμε ότι οι εν λόγω ατομικές συμβάσεις οφείλουν να σεβαστούν μόνο τον κανόνα του ελάχιστου νόμιμου μισθού (586 ευρώ + έως τρεις τριετίες 5% η κάθε μία).
ΚΑΙ ΑΝ ΝΑΙ, ΠΟΣΟ ;
Το συγκεκριμένο ερώτημα έχει δυο σκέλη, ένα χρονικό και ένα ποσοτικό.
Ως προς τον χρόνο τονίζουμε ότι σύμφωνα με το νόμο οι συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται για ορισμένο χρόνο ισχύος η διάρκεια του οποίου δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα έτος και δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία έτη.
Ως προς το ποσό ο ελάχιστος εισαγωγικός μισθός δεν μπορεί να είναι κατώτερος των 586 ευρώ. Οποιοδήποτε ποσό άνω των 586 ευρώ μπορεί νομίμως να συμφωνηθεί. Στο σημείο αυτό είναι κρίσιμο να τονίσουμε ότι θα πρέπει να καταβληθεί πάσα δυνατή προσπάθεια διατήρησης των προβλεπόμενων από τις συλλογικές συμβάσεις του 2008 βασικών μισθών και επιδομάτων διότι τυχόν χαμηλότεροι θα υπερισχύσουν.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Τα δικαιώματα των εργαζομένων τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν δεχθεί ισχυρότατα πλήγματα και το γενικό επίπεδο των δικαιωμάτων παραπέμπει σε περασμένες δεκαετίες παρωχημένων εποχών. Αυτό που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αγνοηθεί είναι η αναπόδραστη ανάγκη να τεθεί επιτέλους ένας φραγμός στο εφιάλτη των 586 ευρώ ώστε οι νέοι κυρίως συνάδελφοι να εισέρχονται στην αγορά εργασίας με αξιοπρεπείς όρους. Όσον αφορά το μισθολογικό και εργασιακό κεκτημένο του 2008 πολύ φοβάμαι ότι θα αποτελεί το μόνιμο διακύβευμα των δεκαετιών που βρίσκονται μπροστά μας.
Στο αμέσως ανωτέρω ερώτημα πρέπει καταρχήν να διευκρινίσουμε ότι σήμερα δεν βρίσκονται εν ισχύει συλλογικές συμβάσεις που να ρυθμίζουν τους όρους αμοιβής και εργασίας των δημοσιογράφων της Αθήνας καθώς οι συμβάσεις του 2008 (για τις εφημερίδες, τους τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς και τους τηλεοπτικούς σταθμούς Εθνικής Εμβέλειας) έχουν λήξει/καταγγελθεί και η νόμιμη εξάμηνη παράτασή τους εξέπνευσε την 30-6-2010. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο εργοδότης που προσλαμβάνει σήμερα έναν δημοσιογράφο έχει ελάχιστη υποχρέωση να του καταβάλει τον κατώτατο νόμιμο μισθό (586 ευρώ + έως τρεις τριετίες 5% η κάθε μία).
Περαιτέρω για τους δημοσιογράφους που εργάζονταν σε έναν εργοδότη πριν από την 30-6-2010 και εξακολουθούν να εργάζονται στον ίδιο έως σήμερα διακρίνουμε δυο περιπτώσεις :
Περίπτωση 1η :
Δημοσιογράφοι που αμείβονταν με τις αποδοχές τις συλλογικής σύμβασης του 2008 και δεν υπέγραψαν από 1-7-2010 έως σήμερα τροποποιητική ατομική σύμβαση με χαμηλότερο αυτής μισθό. Οι συγκεκριμένοι εξακολουθούν να λαμβάνουν τον προβλεπόμενο από την συλλογική σύμβαση του 2008 βασικό μισθό, τις ωριμάνσεις, το επίδομα τέκνων και το επιστημονικό επίδομα. Είναι χρήσιμο στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι ατομικές συμβάσεις με υψηλότερο της συλλογικής σύμβασης μισθό, όποτε και αν συνομολογήθηκαν αυτές, είναι απρόσβλητες και ισχυρές μέχρι να τροποποιηθούν με τη συναίνεση του εργαζομένου .
Περίπτωση 2η :
Δημοσιογράφοι που μετά την 30-6-2010 υπέγραψαν τροποποιητική ατομική σύμβαση εργάζονται και αμείβονται με βάση τους όρους της ατομικής τους σύμβασης και μόνο. Η συλλογική σύμβαση έπαψε να εφαρμόζεται γι’ αυτούς, εκτός και αν στην ατομική τους σύμβαση προβλέπεται ρητά η επιβίωση κάποιου ή κάποιων όρων των συλλογικών συμβάσεων του 2008. Είναι αυτονόητο να τονίσουμε ότι οι εν λόγω ατομικές συμβάσεις οφείλουν να σεβαστούν μόνο τον κανόνα του ελάχιστου νόμιμου μισθού (586 ευρώ + έως τρεις τριετίες 5% η κάθε μία).
ΚΑΙ ΑΝ ΝΑΙ, ΠΟΣΟ ;
Το συγκεκριμένο ερώτημα έχει δυο σκέλη, ένα χρονικό και ένα ποσοτικό.
Ως προς τον χρόνο τονίζουμε ότι σύμφωνα με το νόμο οι συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται για ορισμένο χρόνο ισχύος η διάρκεια του οποίου δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα έτος και δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία έτη.
Ως προς το ποσό ο ελάχιστος εισαγωγικός μισθός δεν μπορεί να είναι κατώτερος των 586 ευρώ. Οποιοδήποτε ποσό άνω των 586 ευρώ μπορεί νομίμως να συμφωνηθεί. Στο σημείο αυτό είναι κρίσιμο να τονίσουμε ότι θα πρέπει να καταβληθεί πάσα δυνατή προσπάθεια διατήρησης των προβλεπόμενων από τις συλλογικές συμβάσεις του 2008 βασικών μισθών και επιδομάτων διότι τυχόν χαμηλότεροι θα υπερισχύσουν.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Τα δικαιώματα των εργαζομένων τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν δεχθεί ισχυρότατα πλήγματα και το γενικό επίπεδο των δικαιωμάτων παραπέμπει σε περασμένες δεκαετίες παρωχημένων εποχών. Αυτό που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αγνοηθεί είναι η αναπόδραστη ανάγκη να τεθεί επιτέλους ένας φραγμός στο εφιάλτη των 586 ευρώ ώστε οι νέοι κυρίως συνάδελφοι να εισέρχονται στην αγορά εργασίας με αξιοπρεπείς όρους. Όσον αφορά το μισθολογικό και εργασιακό κεκτημένο του 2008 πολύ φοβάμαι ότι θα αποτελεί το μόνιμο διακύβευμα των δεκαετιών που βρίσκονται μπροστά μας.
Ο νομικός
---
---
Σημ.: την επιμέλεια της εικονογράφησης είχε η Ανασυγκρότηση
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου