*
Κάθε μέρα που περνά δεκάδες επιχειρήσεις αναγκάζονται να "κατεβάσουν ρολά", επειδή δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους απέναντι στο δημόσιο (εφορία, ΤΕΒΕ, ΙΚΑ) αλλά και απέναντι στους υπαλλήλους τους. Πως μπορούν όμως οι εργαζόμενοι να διεκδικήσουν τα δεδουλευμένα τους, αλλά και την αποζημίωσή τους;
Του Γ.Κ. Καρούζου*
Με τον όρο πτώχευση νοείται η νομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο έμπορος που έπαυσε τις πληρωμές, δηλαδή που αδυνατεί να πληρώσει εμπρόθεσμα τα χρέη του. Με την κήρυξη της πτώχευσης του εργοδότη δεν επέρχεται αυτοδίκαιη λύση των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων, αλλά αυτές εξακολουθούν, μέχρι να λυθούν για κάποιον από τους νόμιμους λόγους που προβλέπουν οι διατάξεις του εργατικού δικαίου.
Έτσι, οι συμβάσεις εργασίας και εν προκειμένω η απόλυση πρέπει να γίνει όπως προβλέπει ο νόμος και στις υγιείς επιχειρήσεις και μάλιστα με την καταβολή της πλήρους αποζημίωσης στον εργαζόμενο. Βέβαια, στην περίπτωση που ο σύνδικος πτώχευσης(σ.σ. ορίζεται από το δικαστήριο) δεν καταβάλλει την νόμιμη αποζημίωση στον εργαζόμενο, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας παραμένει έγκυρη και δεν οφείλει μισθούς υπερημερίας σε αυτόν, εξαιτίας της αδυναμίας του να αποδεχθεί την εργασία του μισθωτού λόγω της διακοπής των εργασιών της επιχείρησης.
Ωστόσο, εάν ο σύνδικος της πτώχευσης συνεχίσει τη δραστηριότητα της επιχείρησης, τότε για να είναι έγκυρη η τυχόν καταγγελία της σύμβασης εργασίας, πρέπει να συνοδεύεται από την άμεση καταβολή της αποζημίωσης, αλλιώς η καταγγελία είναι άκυρη και οφείλονται μισθοί υπερημερίας. Για το λόγο αυτό ο εργαζόμενος είναι υποχρεωμένος να ασκήσει τη σχετική αγωγή του μέσα σε τρίμηνη προθεσμία, από την ημέρα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του, ώστε να μην αποσβεστεί το δικαίωμά του.
Στην περίπτωση που ο σύνδικος της πτώχευσης δεν αποδεχθεί τις υπηρεσίες των εργαζομένων, οφείλει σε αυτούς μισθούς υπερημερίας, οι οποίοι μάλιστα καταβάλλονται στους εργαζόμενους από την πτωχευτική περιουσία, χωρίς να υπαχθούν στην διαδικασία της επαλήθευσης των πιστώσεων. Στις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, ειδικότερα, η πτώχευση του εργοδότη συνιστά σπουδαίο λόγο, γεγονός που επιφέρει την πρόωρη λύση τους χωρίς υποχρέωση του εργοδότη σε καταβολή αποζημίωσης, εφόσον ο σύνδικος δεν συνεχίσει την λειτουργία της εργοδοτικής επιχείρησης, δεν αποδεχθεί καθόλου τις υπηρεσίες των εργαζομένων και καταγγείλει αμέσως τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου.
Στην περίπτωση που λάβει χώρα αναγκαστική εκτέλεση κατά της πτωχευτικής περιουσίας, όλες οι πτωχευτικές απαιτήσεις των μισθωτών εφόσον προέκυψαν έξι μήνες πριν από την ημέρα κήρυξης της πτώχευσης, είναι γενικά προνομιακές, ασχέτως εάν προέρχονται από έγκυρη ή άκυρη σύμβαση εργασίας και ασχέτως εάν αφορούν σε μισθούς ή αποζημιώσεις (λόγω απόλυσης, λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού, λόγω αδικοπραξίας κ.λπ.). Κατά τη διανομή του πλειστηριάσματος που γίνεται είτε από το σύνδικο άμεσα, είτε μετά τον πλειστηριασμό, οι προνομιακές αυτές πτωχευτικές απαιτήσεις των μισθωτών κατατάσσονται στην τρίτη θέση του πίνακα κατάταξης των δανειστών που ικανοποιούνται από το πλειστηρίασμα.
Οι εργαζόμενοι που επιθυμούν να συμμετάσχουν στην πτωχευτική διαδικασία προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τους από την πτωχευτική περιουσία, οφείλουν να αναγγείλουν τις πτωχευτικές απαιτήσεις τους καταθέτοντας στο δικαστικό γραφείο σημείωμα που τις περιγράφει, καθώς και τα σχετικά αποδεικτικά έγγραφα. Η επαλήθευση των πτωχευτικών απαιτήσεων γίνεται στη συνέλευση των πιστωτών, στην οποία προεδρεύει ο εισηγητής, ο οποίος συντάσσει έκθεση όπου αναφέρεται ποιες απαιτήσεις έγιναν δεκτές, ποιες είναι προνομιακές και ποιες αμφισβητήθηκαν χωρίς οι δικαιούχοι τους να αποδείξουν την ύπαρξή τους.
Στην περίπτωση αμφισβήτησης μιας απαίτησης ως προς την ύπαρξη, το ποσό ή τον προνομιακό της χαρακτήρα, ο εισηγητής αποφασίζει για την προσωρινή της παραδοχή ή μη, ορίζοντας και το ποσό αυτής. Η οριστική επίλυση των αμφισβητήσεων για τις εργασιακές απαιτήσεις των μισθωτών γίνεται με ανακοπή κατά της έκθεσης επαλήθευσης.
---
* Ο Γ.Κ. Καρούζος είναι Δικηγόρος ειδικευμένος στο Εργατικό και Συνδικαλιστικό Δίκαιο
Ανασυγκρότηση
***
*
*
Μια νομική άποψη για τα καθ' ημάς...
Πτώχευσε η εταιρία που δούλευα,
πως θα πάρω μισθούς και αποζημίωση;
Του Γ.Κ. Καρούζου*
Με τον όρο πτώχευση νοείται η νομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο έμπορος που έπαυσε τις πληρωμές, δηλαδή που αδυνατεί να πληρώσει εμπρόθεσμα τα χρέη του. Με την κήρυξη της πτώχευσης του εργοδότη δεν επέρχεται αυτοδίκαιη λύση των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων, αλλά αυτές εξακολουθούν, μέχρι να λυθούν για κάποιον από τους νόμιμους λόγους που προβλέπουν οι διατάξεις του εργατικού δικαίου.
Έτσι, οι συμβάσεις εργασίας και εν προκειμένω η απόλυση πρέπει να γίνει όπως προβλέπει ο νόμος και στις υγιείς επιχειρήσεις και μάλιστα με την καταβολή της πλήρους αποζημίωσης στον εργαζόμενο. Βέβαια, στην περίπτωση που ο σύνδικος πτώχευσης(σ.σ. ορίζεται από το δικαστήριο) δεν καταβάλλει την νόμιμη αποζημίωση στον εργαζόμενο, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας παραμένει έγκυρη και δεν οφείλει μισθούς υπερημερίας σε αυτόν, εξαιτίας της αδυναμίας του να αποδεχθεί την εργασία του μισθωτού λόγω της διακοπής των εργασιών της επιχείρησης.
Ωστόσο, εάν ο σύνδικος της πτώχευσης συνεχίσει τη δραστηριότητα της επιχείρησης, τότε για να είναι έγκυρη η τυχόν καταγγελία της σύμβασης εργασίας, πρέπει να συνοδεύεται από την άμεση καταβολή της αποζημίωσης, αλλιώς η καταγγελία είναι άκυρη και οφείλονται μισθοί υπερημερίας. Για το λόγο αυτό ο εργαζόμενος είναι υποχρεωμένος να ασκήσει τη σχετική αγωγή του μέσα σε τρίμηνη προθεσμία, από την ημέρα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του, ώστε να μην αποσβεστεί το δικαίωμά του.
Στην περίπτωση που ο σύνδικος της πτώχευσης δεν αποδεχθεί τις υπηρεσίες των εργαζομένων, οφείλει σε αυτούς μισθούς υπερημερίας, οι οποίοι μάλιστα καταβάλλονται στους εργαζόμενους από την πτωχευτική περιουσία, χωρίς να υπαχθούν στην διαδικασία της επαλήθευσης των πιστώσεων. Στις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, ειδικότερα, η πτώχευση του εργοδότη συνιστά σπουδαίο λόγο, γεγονός που επιφέρει την πρόωρη λύση τους χωρίς υποχρέωση του εργοδότη σε καταβολή αποζημίωσης, εφόσον ο σύνδικος δεν συνεχίσει την λειτουργία της εργοδοτικής επιχείρησης, δεν αποδεχθεί καθόλου τις υπηρεσίες των εργαζομένων και καταγγείλει αμέσως τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου.
Στην περίπτωση που λάβει χώρα αναγκαστική εκτέλεση κατά της πτωχευτικής περιουσίας, όλες οι πτωχευτικές απαιτήσεις των μισθωτών εφόσον προέκυψαν έξι μήνες πριν από την ημέρα κήρυξης της πτώχευσης, είναι γενικά προνομιακές, ασχέτως εάν προέρχονται από έγκυρη ή άκυρη σύμβαση εργασίας και ασχέτως εάν αφορούν σε μισθούς ή αποζημιώσεις (λόγω απόλυσης, λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού, λόγω αδικοπραξίας κ.λπ.). Κατά τη διανομή του πλειστηριάσματος που γίνεται είτε από το σύνδικο άμεσα, είτε μετά τον πλειστηριασμό, οι προνομιακές αυτές πτωχευτικές απαιτήσεις των μισθωτών κατατάσσονται στην τρίτη θέση του πίνακα κατάταξης των δανειστών που ικανοποιούνται από το πλειστηρίασμα.
Οι εργαζόμενοι που επιθυμούν να συμμετάσχουν στην πτωχευτική διαδικασία προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τους από την πτωχευτική περιουσία, οφείλουν να αναγγείλουν τις πτωχευτικές απαιτήσεις τους καταθέτοντας στο δικαστικό γραφείο σημείωμα που τις περιγράφει, καθώς και τα σχετικά αποδεικτικά έγγραφα. Η επαλήθευση των πτωχευτικών απαιτήσεων γίνεται στη συνέλευση των πιστωτών, στην οποία προεδρεύει ο εισηγητής, ο οποίος συντάσσει έκθεση όπου αναφέρεται ποιες απαιτήσεις έγιναν δεκτές, ποιες είναι προνομιακές και ποιες αμφισβητήθηκαν χωρίς οι δικαιούχοι τους να αποδείξουν την ύπαρξή τους.
Στην περίπτωση αμφισβήτησης μιας απαίτησης ως προς την ύπαρξη, το ποσό ή τον προνομιακό της χαρακτήρα, ο εισηγητής αποφασίζει για την προσωρινή της παραδοχή ή μη, ορίζοντας και το ποσό αυτής. Η οριστική επίλυση των αμφισβητήσεων για τις εργασιακές απαιτήσεις των μισθωτών γίνεται με ανακοπή κατά της έκθεσης επαλήθευσης.
---
* Ο Γ.Κ. Καρούζος είναι Δικηγόρος ειδικευμένος στο Εργατικό και Συνδικαλιστικό Δίκαιο
---
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου