*
του Γ. Λακόπουλου
Αρχικά όταν είδαν ότι -για λόγους υγείας- δεν μπορούσε να φέρνει τα πάνω κάτω με ένα τηλεφώνημα, ή με ένα δημοσίευμά όπως παλιά, άρχισαν να τον “δίνουν” σε νέους προστάτες τους.
Η κατάστασή του θύμιζε τα Τείχη του Καβάφη. Ορισμένοι “χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ” εκτίσαν τριγύρω του “μεγάλα κ’ υψηλά “ τείχη και τον “έκλεισαν από τον κόσμον έξω” χωρίς ο ίδιος να ακούσει “ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον”.
Κανείς δεν έμαθε πότε αν ο Ψυχάρης συνειδητοποίησε ότι η επιχείρηση του χρεοκόπησε πρώτα δημοσιογραφικά και μετά οικονομικά.
Όταν κάλεσε τον, μακαρίτη πλέον, Βασίλη Μουλόπουλο για να την ξαναστήσουν από την αρχή όπως μετά το 1984, ήταν αργά. Κανείς από τους δυο δεν είχε αντοχές και τα κλειδιά έχουν παραδοθεί σε άλλους.
Έτσι βρέθηκε μπροστά στην απίστευτη κατάσταση να συνωμοτούν οι ευεργετηθέντες υπάλληλοί του εναντίον του -και σε συνεργασία με το Μητσοτάκη ορισμένοι- για να μην πουλήσει την επιχείρηση του σε όποιον ήθελε. Ή για να μην έχουν οι εφημερίδες του όποια γραμμή επέλεγε ο ίδιος.
Δεν είναι άμοιρος, καθώς ο ίδιος είχε ανοίξει τη κερκόπορτα υποστήριξης στον Σαμαρά από δημοκρατικές εφημερίδες…
Όπως λένε οι λίγοι πλέον συνομιλητές του στην Αθηναϊκή Λέσχη θα πρέπει να πέρασε δραματικές στιγμές όταν συνειδητοποίησε ότι κάποιοι από τα δημιουργήματα του είχαν ξεφύγει από τον έλεγχό του.
Τον λοιδορούσαν, είχαν σπεύσει στις αυλές των ανταγωνιστών του, τον προβοκάριζαν από τις εφημερίδες που του ανήκαν ακόμη και οργάνωναν... συνελεύσεις εναντίον του.
Αν είχε πουλήσει εγκαίρως θα είχε αποφύγει τις συνέπειες της αποκαθήλωσης. Τα έχασε όλα και οι τράπεζες έβγαλαν στο σφυρί την περιουσία που απέκτησε κάνοντας χρήση της δημοσιογραφικής ισχύος του.
Όσοι τον ήξεραν κατάλαβαν πώς αισθάνθηκε όταν πήγε στο γραφείο του για να μαζέψει τα χαρτιά του. Και για να γράψει το τελευταίο άρθρο του στο Βήμα στις 8 Απρίλιου 2017.
Αυτό το άρθρο γίνεται ξαφνικά επίκαιρο με την αθώωσή του. Γιατί κατέληγε με μια φράση: “ Εις το επανιδείν”
Η ώρα του της αυτοβιογραφίας
Δεν θα έγραφε ποτέ μεγάλα λόγια, αν δεν είχε κάτι στο μυαλό του. Αυτό το επανιδείν” ήταν σαν να έβαλε κάτι σ’ ένα μπουκάλι και το έριξε στη θάλασσα.
Αυτό το μπουκάλι βγήκε στην ακτή με την αθώωσή του. Δεν είναι απλώς το τέλος μιας δικαστικής περιπέτειας και ένεση αυτοπεποίθησης. Είναι η αφετηρία για επιστροφή στη φυσική του κατάσταση: του σπουδαίου δημοσιογράφου και του πρώτου και τελευταίου μεγάλου μάνατζερ στον ελληνικό Τύπου που δημιούργησε την καλύτερη εφημερίδα όλων των εποχών και έβγαλε δυο γενιές σημαντικών δημοσιογράφων - άσχετα πώς εξελίχθηκαν ορισμένοι με τη συγκατάθεση του στην πορεία.
Ο Ψυχάρης εκτός από κορυφαίος ρεπόρτερ της γενιάς του ήταν με τον Λέοντα Καραπαναγιώτη -και του συμπληρωματικούς ρόλους τους- το συναρπαστικό ντουέτο στην ιστορία του ελληνικού Τύπου. Για δεκαετίες υπήρξε και ενεργός παρατηρητής -ενίοτε και συμμέτοχος- σε όσα συνέβησαν στην πολιτική και εκδοτική ζωή της χώρας από τις αρχές του 1960 μέχρι την πτώση του.
Για τη μυθιστορηματική ζωή του έχουν γραφεί πολλά, αληθή και ανυπόστατα, κολακευτικά και χολερικά, σωστά ή λανθασμένα. Τα θετικά όταν ήταν στα πάνω του, τα αρνητικά όταν τον πήρε η αποκάτω. Έχουν ειπωθεί πολλά για τη σταδιοδρομία του, τον χαρακτήρα του, την οικογένειά του, τις σχέσεις του με εξέχοντες του δημοσίου βίου.
Ένας μόνο δεν έχει μιλήσει για τον Σταύρο Ψυχάρη: ο Σταύρος Ψυχάρης. Πλην 2-3 συνεντεύξεων δημοσιοσχεσίτικου χαρακτήρα.
Έτσι κι αλλιώς πέρασε στην ιστορία της ελληνικής δημοσιογραφίας -με τα θετικά και τα αρνητικά του- γράφοντας για τις ιστορίες άλλων. Ίσως τώρα είναι η ώρα να γράψει τη δική του.
Η απαλλαγή του από τα δικαστικά βάρη δημιουργεί τις προϋποθέσεις και την διάθεση να αυτοβιογραφηθεί. Μάλλον ήρθε η ώρα για το “επανιδείν”. Όπως λένε όσοι ξέρουν το αρχείο του στο οποίο τελευταίο “χαρτί” είναι μια επιστολή που έστειλε στον Αλέξη Τσίπρα, όταν ήταν Πρωθυπουργός, αυτό μάλλον αυτό δεν θα αρέσει σε πολλούς της πολιτικής και της δημοσιογραφίας. (...)
Ανασυγκρότηση
***
*
*
Σταύρος Ψυχάρης: Mια τόσο δυνατή απουσία
- Η απαλλαγή του και η ώρα του “επανιδείν”...
Η αθώωση του Σταύρου Ψυχάρη από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων για το δάνειό του από την Alpha Bank, είναι μια κρίσιμη εξέλιξη - για τον ίδιο πρωτίστως.
Δεν του δίνει πίσω τον ΔΟΛ. Δεν φέρνει τις μέρες της λάμψης του ως δημοσιογράφου και την ισχύ του ως εκδότη. Ούτε φυσικά θα αναστρέψει τις κατασχέσεις της προσωπικής περιουσίας του από τις τράπεζες για τα χρέη του Συγκροτήματος.
Η εποχή που ήταν ένας από τους πιο υπολογίσιμους ανθρώπους στη χώρα έχει περάσει. Ωστόσο το τέλος της δικαστικής περιπέτειας θα του επιτρέψει δυο πράγματα:
Το ένα είναι να κάνει τον απολογισμό του με λιγότερο άγχος. Να δει με πιο καθαρή ματιά ότι δεν ήταν η “κρίση που θα περάσει”, όπως νόμιζε, που τον έβγαλε από το παιχνίδι.
Ήταν ο τρόπος που το έχτισε ο ίδιος, πάνω σε μια μάλλον σαθρή βάση που του άφησε ο Χρήστος Λαμπράκης. Ο οποίος έψαχνε κάποιον να πουλήσει τον ΔΟΛ για να αφήσει μετρητά και όχι μετοχές στους συγγενείς του. Αλλά χωρίς να φαίνεται ότι τον πουλάει και πάντως να μην τον αποχωριστεί.
Ο Ψυχάρης ήταν ο καλύτερος πρόθυμος αφελής που στη συνέχεια δεν αξιολόγησε σωστά δύο παράγοντες - και αυτό οδήγησε στην πτώση του.
Πρώτο ότι η αστική Αθήνα δεν θα τον αποδεχόταν ποτέ ως ισότιμο μέλος της και ας του δάνεισε μια τράπεζα 50 εκατομμύρια ευρώ και σύχναζε στην Αθηναϊκή Λέσχη με τους εκπροσώπους της. Για πολλούς, παρά τη δύναμή και τον πλουτισμό που του εξασφάλισε, ήταν πάντα ο γιος ενός κομμουνιστή ταβερνιάρη στο Νέο Κόσμο και ανεψιός του Κώστα Λουλέ.
Οίκος Ψυχάρη δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει. Όπως οι μισοί έβρισκαν επιβαρυντική την κουμπαριά του με υπουργό της χούντας, έτσι οι άλλοι μισοί έβρισκαν ακόμη πιο επιβαρυντική την κουμπαριά του με τον Ανδρέα Παπανδρέου που ακολούθησε.
Κατά τον ίδιο τρόπο δεν επρόκειτο να τον αποδειχθεί ποτέ ένα μεγάλο τμήμα της Δημοκρατικής Παράταξης που αναγνώριζε στους Λαμπράκηδες δικαιώματα συνιδιοκτησίας της.
Ο άλλος παράγοντας ήταν η στελέχωσή των εφημερίδων του ΔΟΛ από τον ίδιο -πριν καν γίνει ιδιοκτήτης του- κατά τρόπο που εξασφάλισε ότι κανείς δεν θα μπορούσε να τον αμφισβητήσει.
Δεν υπολόγισε όμως ότι αυτό δεν εξασφάλιζε ότι και κανείς δεν θα μπορούσες να τον υπονομεύσει. Εκεί διαμορφώθηκε η αχίλλειος πτέρνα του.
Δεν του δίνει πίσω τον ΔΟΛ. Δεν φέρνει τις μέρες της λάμψης του ως δημοσιογράφου και την ισχύ του ως εκδότη. Ούτε φυσικά θα αναστρέψει τις κατασχέσεις της προσωπικής περιουσίας του από τις τράπεζες για τα χρέη του Συγκροτήματος.
Η εποχή που ήταν ένας από τους πιο υπολογίσιμους ανθρώπους στη χώρα έχει περάσει. Ωστόσο το τέλος της δικαστικής περιπέτειας θα του επιτρέψει δυο πράγματα:
Το ένα είναι να κάνει τον απολογισμό του με λιγότερο άγχος. Να δει με πιο καθαρή ματιά ότι δεν ήταν η “κρίση που θα περάσει”, όπως νόμιζε, που τον έβγαλε από το παιχνίδι.
Ήταν ο τρόπος που το έχτισε ο ίδιος, πάνω σε μια μάλλον σαθρή βάση που του άφησε ο Χρήστος Λαμπράκης. Ο οποίος έψαχνε κάποιον να πουλήσει τον ΔΟΛ για να αφήσει μετρητά και όχι μετοχές στους συγγενείς του. Αλλά χωρίς να φαίνεται ότι τον πουλάει και πάντως να μην τον αποχωριστεί.
Ο Ψυχάρης ήταν ο καλύτερος πρόθυμος αφελής που στη συνέχεια δεν αξιολόγησε σωστά δύο παράγοντες - και αυτό οδήγησε στην πτώση του.
Πρώτο ότι η αστική Αθήνα δεν θα τον αποδεχόταν ποτέ ως ισότιμο μέλος της και ας του δάνεισε μια τράπεζα 50 εκατομμύρια ευρώ και σύχναζε στην Αθηναϊκή Λέσχη με τους εκπροσώπους της. Για πολλούς, παρά τη δύναμή και τον πλουτισμό που του εξασφάλισε, ήταν πάντα ο γιος ενός κομμουνιστή ταβερνιάρη στο Νέο Κόσμο και ανεψιός του Κώστα Λουλέ.
Οίκος Ψυχάρη δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει. Όπως οι μισοί έβρισκαν επιβαρυντική την κουμπαριά του με υπουργό της χούντας, έτσι οι άλλοι μισοί έβρισκαν ακόμη πιο επιβαρυντική την κουμπαριά του με τον Ανδρέα Παπανδρέου που ακολούθησε.
Κατά τον ίδιο τρόπο δεν επρόκειτο να τον αποδειχθεί ποτέ ένα μεγάλο τμήμα της Δημοκρατικής Παράταξης που αναγνώριζε στους Λαμπράκηδες δικαιώματα συνιδιοκτησίας της.
Ο άλλος παράγοντας ήταν η στελέχωσή των εφημερίδων του ΔΟΛ από τον ίδιο -πριν καν γίνει ιδιοκτήτης του- κατά τρόπο που εξασφάλισε ότι κανείς δεν θα μπορούσε να τον αμφισβητήσει.
Δεν υπολόγισε όμως ότι αυτό δεν εξασφάλιζε ότι και κανείς δεν θα μπορούσες να τον υπονομεύσει. Εκεί διαμορφώθηκε η αχίλλειος πτέρνα του.
Ορισμένοι -από “μαρμαράδες” μέχρι γελωτοποιούς του Βασιλέως και από παρακμιακούς και καριερίστες μέχρι τυχοδιώκτες και κυνηγούς της μίζας- μετέτρεψαν την εύνοια του Ψυχάρη από εργαλείο ανόδου τους σε μοχλό αποκαθήλωσής του, όταν τον είδαν σε αδυναμία.
Αρχικά όταν είδαν ότι -για λόγους υγείας- δεν μπορούσε να φέρνει τα πάνω κάτω με ένα τηλεφώνημα, ή με ένα δημοσίευμά όπως παλιά, άρχισαν να τον “δίνουν” σε νέους προστάτες τους.
Η κατάστασή του θύμιζε τα Τείχη του Καβάφη. Ορισμένοι “χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ” εκτίσαν τριγύρω του “μεγάλα κ’ υψηλά “ τείχη και τον “έκλεισαν από τον κόσμον έξω” χωρίς ο ίδιος να ακούσει “ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον”.
Κανείς δεν έμαθε πότε αν ο Ψυχάρης συνειδητοποίησε ότι η επιχείρηση του χρεοκόπησε πρώτα δημοσιογραφικά και μετά οικονομικά.
Όταν κάλεσε τον, μακαρίτη πλέον, Βασίλη Μουλόπουλο για να την ξαναστήσουν από την αρχή όπως μετά το 1984, ήταν αργά. Κανείς από τους δυο δεν είχε αντοχές και τα κλειδιά έχουν παραδοθεί σε άλλους.
Έτσι βρέθηκε μπροστά στην απίστευτη κατάσταση να συνωμοτούν οι ευεργετηθέντες υπάλληλοί του εναντίον του -και σε συνεργασία με το Μητσοτάκη ορισμένοι- για να μην πουλήσει την επιχείρηση του σε όποιον ήθελε. Ή για να μην έχουν οι εφημερίδες του όποια γραμμή επέλεγε ο ίδιος.
Δεν είναι άμοιρος, καθώς ο ίδιος είχε ανοίξει τη κερκόπορτα υποστήριξης στον Σαμαρά από δημοκρατικές εφημερίδες…
Όπως λένε οι λίγοι πλέον συνομιλητές του στην Αθηναϊκή Λέσχη θα πρέπει να πέρασε δραματικές στιγμές όταν συνειδητοποίησε ότι κάποιοι από τα δημιουργήματα του είχαν ξεφύγει από τον έλεγχό του.
Τον λοιδορούσαν, είχαν σπεύσει στις αυλές των ανταγωνιστών του, τον προβοκάριζαν από τις εφημερίδες που του ανήκαν ακόμη και οργάνωναν... συνελεύσεις εναντίον του.
Αν είχε πουλήσει εγκαίρως θα είχε αποφύγει τις συνέπειες της αποκαθήλωσης. Τα έχασε όλα και οι τράπεζες έβγαλαν στο σφυρί την περιουσία που απέκτησε κάνοντας χρήση της δημοσιογραφικής ισχύος του.
Όσοι τον ήξεραν κατάλαβαν πώς αισθάνθηκε όταν πήγε στο γραφείο του για να μαζέψει τα χαρτιά του. Και για να γράψει το τελευταίο άρθρο του στο Βήμα στις 8 Απρίλιου 2017.
Αυτό το άρθρο γίνεται ξαφνικά επίκαιρο με την αθώωσή του. Γιατί κατέληγε με μια φράση: “ Εις το επανιδείν”
Η ώρα του της αυτοβιογραφίας
Ακριβώς εδώ βρίσκεται το δεύτερο που μπορεί να κάνει ο Ψυχάρης μετά την απαλλαγή του. Όταν το έγραφε ήταν 72 ετών, με επιδεινούμενη υγεία και απώλεια ισχύος, αλλά είχε πετύχει τα περισσότερα από όσα μπορεί να επιδιώκει ένας δημοσιογράφος ή ένας άνθρωπος ταπεινής καταγωγής. Απέκτησε δόξα και ισχύ, έβγαλε λεφτά, έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωση των πολιτικών εξελίξεων.
Δεν θα έγραφε ποτέ μεγάλα λόγια, αν δεν είχε κάτι στο μυαλό του. Αυτό το επανιδείν” ήταν σαν να έβαλε κάτι σ’ ένα μπουκάλι και το έριξε στη θάλασσα.
Αυτό το μπουκάλι βγήκε στην ακτή με την αθώωσή του. Δεν είναι απλώς το τέλος μιας δικαστικής περιπέτειας και ένεση αυτοπεποίθησης. Είναι η αφετηρία για επιστροφή στη φυσική του κατάσταση: του σπουδαίου δημοσιογράφου και του πρώτου και τελευταίου μεγάλου μάνατζερ στον ελληνικό Τύπου που δημιούργησε την καλύτερη εφημερίδα όλων των εποχών και έβγαλε δυο γενιές σημαντικών δημοσιογράφων - άσχετα πώς εξελίχθηκαν ορισμένοι με τη συγκατάθεση του στην πορεία.
Ο Ψυχάρης εκτός από κορυφαίος ρεπόρτερ της γενιάς του ήταν με τον Λέοντα Καραπαναγιώτη -και του συμπληρωματικούς ρόλους τους- το συναρπαστικό ντουέτο στην ιστορία του ελληνικού Τύπου. Για δεκαετίες υπήρξε και ενεργός παρατηρητής -ενίοτε και συμμέτοχος- σε όσα συνέβησαν στην πολιτική και εκδοτική ζωή της χώρας από τις αρχές του 1960 μέχρι την πτώση του.
Για τη μυθιστορηματική ζωή του έχουν γραφεί πολλά, αληθή και ανυπόστατα, κολακευτικά και χολερικά, σωστά ή λανθασμένα. Τα θετικά όταν ήταν στα πάνω του, τα αρνητικά όταν τον πήρε η αποκάτω. Έχουν ειπωθεί πολλά για τη σταδιοδρομία του, τον χαρακτήρα του, την οικογένειά του, τις σχέσεις του με εξέχοντες του δημοσίου βίου.
Ένας μόνο δεν έχει μιλήσει για τον Σταύρο Ψυχάρη: ο Σταύρος Ψυχάρης. Πλην 2-3 συνεντεύξεων δημοσιοσχεσίτικου χαρακτήρα.
Έτσι κι αλλιώς πέρασε στην ιστορία της ελληνικής δημοσιογραφίας -με τα θετικά και τα αρνητικά του- γράφοντας για τις ιστορίες άλλων. Ίσως τώρα είναι η ώρα να γράψει τη δική του.
Η απαλλαγή του από τα δικαστικά βάρη δημιουργεί τις προϋποθέσεις και την διάθεση να αυτοβιογραφηθεί. Μάλλον ήρθε η ώρα για το “επανιδείν”. Όπως λένε όσοι ξέρουν το αρχείο του στο οποίο τελευταίο “χαρτί” είναι μια επιστολή που έστειλε στον Αλέξη Τσίπρα, όταν ήταν Πρωθυπουργός, αυτό μάλλον αυτό δεν θα αρέσει σε πολλούς της πολιτικής και της δημοσιογραφίας. (...)
...συνέχεια στο anoixtoparathyro
---
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου