*
Και έρχεται η στιγμή που ο δημοσιογράφος κινεί το ήδη μετέωρο πόδι του και περνάει τη γραμμή –την τόσο αχνή πια– που χωρίζει το επάγγελμα με την κάλπη, για να πατήσει στο μεγάλο, σπαρμένο με υψηλές φιλοδοξίες, οικόπεδο της πολιτικής.
Κακό; Επειδή στην (όχι κοινή ) αντίληψη το «νόμιμο είναι και ηθικό» αυτό δεν θεωρείται κακό. Υπάρχει, άλλωστε έτοιμο και το γνωστό, τριμμένο και μισολιωμένο τσιτάτο που θα το επαναλάβουμε, αν και δεν μας αρέσουν τα τετριμμένα: Η δημοσιογραφία σε πάει παντού αρκεί να την εγκαταλείψεις εγκαίρως –δηλαδή όταν πρέπει, την κατάλληλη στιγμή, όταν η κίνηση δεν θα έχει μεγάλο ρίσκο αλλά μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας.
Για να γίνει αυτό υπήρξε προπαρασκευή χρόνων: ο δημοσιογράφος πλησίαζε με βηματάκια ή με άλματα το όριο με το εύφορο από φιλοδοξίες και χρήμα οικόπεδο, προσφέροντας στήριξη στο κόμμα και παίζοντας «ξύλο» για χατίρι του από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο ή τις στήλες των εφημερίδων. Δηλαδή έκανε δουλειά, εκτέθηκε, τον έβγαλαν στη σέντρα και τελικά σήκωσε μετέωρο το πόδι πάνω από το «όριο» περιμένοντας ένα ελαφρύ ούριο αεράκι, ένα νεύμα, μια επίσημη κομματική πιστοποίηση, για να περάσει στην άλλη πλευρά.
Το έκαναν πολλοί στην πολιτική διαδρομή της χώρας που ήταν πραγματικά άξιοι της τιμής να γίνουν εκπρόσωποι του έθνους, ακόμα και υπουργοί σε πολλές περιπτώσεις. Όμως το έκαναν και και κοινοί, κυνικοί ευκαιρισάκηδες, που εκμεταλλεύτηκαν τη δημοσιότητα (και τη «γοητεία»;) που του έδωσε το επάγγελμα.
Υπάρχουν φυσικά και δημοσιογράφοι που θα μπορούσαν να δρέψουν καρπούς από το «οικόπεδο», αλλά αρνήθηκαν. Μία από αυτούς/ές η Έλενα Ακρίτα που απέρριψε πρόταση για υποψηφιότητα ευρωβουλευτίνας («Γεια σου, ρε Έλενα!») γιατί: «Δεν μπορώ – και δεν θέλω– να συνδυάσω τη δημοσιογραφία με την όποια κομματική στράτευση. Με βάση το δικό μου αξιακό σύστημα αυτά τα δυο είναι ασυμβίβαστα».
Υπάρχουν και άλλοι ή άλλες που γαντζώθηκαν στη βουλευτική ιδιότητα και κρατήθηκαν με όλες τους τις δυνάμεις, ακόμα και αλλάζοντας κόμμα. Όπως συνέβη με μια κυρία που έγινε πράσινη, έγινε γαλάζια, φωτογραφήθηκε με τον έναν αρχηγό, φωτογραφήθηκε μετά από χρόνια, όταν έκανε το «ιδεολογικό» (χα!) άλμα, με τον άλλον, έμεινε όσο έμεινε και τελικά, όταν τσακίστηκε εκλογικά, επέστρεψε στη δημοσιογραφική της θέση και πλέον λάμπει στο γυαλί. Και, ακόμα, γαντζώθηκαν στην πολιτική όπως μια άλλη κυρία που αφού έστειλε, εις επήκοον πολλών, υπουργό να «πάει να απαυτωθεί», αναφώνησε: «…με αυτά που κάνετε δεν θα επανεκλεγούν πολλοί βουλευτές και εγώ θα μείνω άνεργη». Αλλά άνεργη στην πολιτική δεν έχει μείνει και, πιθανόν, δεν θα μείνει και στις επόμενες εκλογές. Όμως και αυτό να γίνει, η θέση της στη δημοσιογραφία, υπάρχει, την περιμένει, δεν τη χάνει, όπως δεν την έχασαν κι άλλοι.
Ο Δημήτρης Πολιτάκης έγραψε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του στη Lifo (τίτλος του «Δημοσιογράφος - πολιτικός - whatever»), με αφορμή την on air έξοδο του Κώστα Αρβανίτη από τη δημοσιογραφία για να περάσει στην πολιτική (αλλά προφανώς το άρθρο δεν αφορά μόνο τον Αρβανίτη, αφορά γενικά το είδος «δημοσιογράφος-πολιτικός»). Γράφει:
«Οι δημοσιογράφοι που μπαίνουν πανηγυρικά στις κομματικές λίστες ως διασημότητες μπαίνουν, ως ηχηρές μεταγραφές της τελευταίας στιγμής που, αν αποδειχτούν"παλτά", δεν χάθηκε κι ο κόσμος. Ούτε ότι υπάρχει μια βαθιά αντίφαση μεταξύ του ελέγχου της εξουσίας και της άσκησης της εξουσίας (ναι, σιγά, αυτό μας μάρανε, αυτές οι διαχωριστικές γραμμές έχουν θολώσει προ πολλού)».
Το ίδιο άρθρο τελειώνει με τα λόγια ο Άντριου Φέργκιουσον, πρώην διευθυντή της εβδομαδιαίας επιθεώρησης «Weekly Standard»:
«Η δημοσιογραφία είναι σαν ένα ελάττωμα χαρακτήρα. Είναι σαν να ζεις τη ζωή από μια ασφαλή απόσταση, σαν να κοιτάς την παρέλαση που περνάει, σημειώνοντας τις αστοχίες, τα λάθη της και προτείνοντας ανέφικτες λύσεις για τη βελτίωσή της. Δεν είναι ζωή αυτή για σοβαρά άτομα και οι δημοσιογράφοι το γνωρίζουν κατά βάθος...»
Ανασυγκρότηση
**
*
*
Κακό; Επειδή στην (όχι κοινή ) αντίληψη το «νόμιμο είναι και ηθικό» αυτό δεν θεωρείται κακό. Υπάρχει, άλλωστε έτοιμο και το γνωστό, τριμμένο και μισολιωμένο τσιτάτο που θα το επαναλάβουμε, αν και δεν μας αρέσουν τα τετριμμένα: Η δημοσιογραφία σε πάει παντού αρκεί να την εγκαταλείψεις εγκαίρως –δηλαδή όταν πρέπει, την κατάλληλη στιγμή, όταν η κίνηση δεν θα έχει μεγάλο ρίσκο αλλά μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας.
Για να γίνει αυτό υπήρξε προπαρασκευή χρόνων: ο δημοσιογράφος πλησίαζε με βηματάκια ή με άλματα το όριο με το εύφορο από φιλοδοξίες και χρήμα οικόπεδο, προσφέροντας στήριξη στο κόμμα και παίζοντας «ξύλο» για χατίρι του από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο ή τις στήλες των εφημερίδων. Δηλαδή έκανε δουλειά, εκτέθηκε, τον έβγαλαν στη σέντρα και τελικά σήκωσε μετέωρο το πόδι πάνω από το «όριο» περιμένοντας ένα ελαφρύ ούριο αεράκι, ένα νεύμα, μια επίσημη κομματική πιστοποίηση, για να περάσει στην άλλη πλευρά.
Το έκαναν πολλοί στην πολιτική διαδρομή της χώρας που ήταν πραγματικά άξιοι της τιμής να γίνουν εκπρόσωποι του έθνους, ακόμα και υπουργοί σε πολλές περιπτώσεις. Όμως το έκαναν και και κοινοί, κυνικοί ευκαιρισάκηδες, που εκμεταλλεύτηκαν τη δημοσιότητα (και τη «γοητεία»;) που του έδωσε το επάγγελμα.
Υπάρχουν φυσικά και δημοσιογράφοι που θα μπορούσαν να δρέψουν καρπούς από το «οικόπεδο», αλλά αρνήθηκαν. Μία από αυτούς/ές η Έλενα Ακρίτα που απέρριψε πρόταση για υποψηφιότητα ευρωβουλευτίνας («Γεια σου, ρε Έλενα!») γιατί: «Δεν μπορώ – και δεν θέλω– να συνδυάσω τη δημοσιογραφία με την όποια κομματική στράτευση. Με βάση το δικό μου αξιακό σύστημα αυτά τα δυο είναι ασυμβίβαστα».
Υπάρχουν και άλλοι ή άλλες που γαντζώθηκαν στη βουλευτική ιδιότητα και κρατήθηκαν με όλες τους τις δυνάμεις, ακόμα και αλλάζοντας κόμμα. Όπως συνέβη με μια κυρία που έγινε πράσινη, έγινε γαλάζια, φωτογραφήθηκε με τον έναν αρχηγό, φωτογραφήθηκε μετά από χρόνια, όταν έκανε το «ιδεολογικό» (χα!) άλμα, με τον άλλον, έμεινε όσο έμεινε και τελικά, όταν τσακίστηκε εκλογικά, επέστρεψε στη δημοσιογραφική της θέση και πλέον λάμπει στο γυαλί. Και, ακόμα, γαντζώθηκαν στην πολιτική όπως μια άλλη κυρία που αφού έστειλε, εις επήκοον πολλών, υπουργό να «πάει να απαυτωθεί», αναφώνησε: «…με αυτά που κάνετε δεν θα επανεκλεγούν πολλοί βουλευτές και εγώ θα μείνω άνεργη». Αλλά άνεργη στην πολιτική δεν έχει μείνει και, πιθανόν, δεν θα μείνει και στις επόμενες εκλογές. Όμως και αυτό να γίνει, η θέση της στη δημοσιογραφία, υπάρχει, την περιμένει, δεν τη χάνει, όπως δεν την έχασαν κι άλλοι.
Ο Δημήτρης Πολιτάκης έγραψε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του στη Lifo (τίτλος του «Δημοσιογράφος - πολιτικός - whatever»), με αφορμή την on air έξοδο του Κώστα Αρβανίτη από τη δημοσιογραφία για να περάσει στην πολιτική (αλλά προφανώς το άρθρο δεν αφορά μόνο τον Αρβανίτη, αφορά γενικά το είδος «δημοσιογράφος-πολιτικός»). Γράφει:
«Οι δημοσιογράφοι που μπαίνουν πανηγυρικά στις κομματικές λίστες ως διασημότητες μπαίνουν, ως ηχηρές μεταγραφές της τελευταίας στιγμής που, αν αποδειχτούν"παλτά", δεν χάθηκε κι ο κόσμος. Ούτε ότι υπάρχει μια βαθιά αντίφαση μεταξύ του ελέγχου της εξουσίας και της άσκησης της εξουσίας (ναι, σιγά, αυτό μας μάρανε, αυτές οι διαχωριστικές γραμμές έχουν θολώσει προ πολλού)».
Το ίδιο άρθρο τελειώνει με τα λόγια ο Άντριου Φέργκιουσον, πρώην διευθυντή της εβδομαδιαίας επιθεώρησης «Weekly Standard»:
«Η δημοσιογραφία είναι σαν ένα ελάττωμα χαρακτήρα. Είναι σαν να ζεις τη ζωή από μια ασφαλή απόσταση, σαν να κοιτάς την παρέλαση που περνάει, σημειώνοντας τις αστοχίες, τα λάθη της και προτείνοντας ανέφικτες λύσεις για τη βελτίωσή της. Δεν είναι ζωή αυτή για σοβαρά άτομα και οι δημοσιογράφοι το γνωρίζουν κατά βάθος...»
---
---
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου