*
Ανασυγκρότηση
***
Στις 9 Αυγούστου του 2009 δημοσιεύεται στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης η «Σύμβαση Δωρεάς» μεταξύ του «Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος» και του Ελληνικού Δημοσίου για το «Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος». Το ελληνικό κράτος προσφέρει έκταση 283 στρεμμάτων στο Ίδρυμα, για να κατασκευάσει το Κέντρο, με έξοδα που εκτιμώνται στα 440 εκατ. ευρώ. Η κυβέρνηση Καραμανλή (με υπουργό Πολιτισμού τον Αντώνη Σαμαρά) και η συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ έκτοτε παρουσιάζουν τη συμφωνία ως μια φιλεύσπλαχνη δωρεά του εφοπλιστή προς το κράτος, με σκοπό την προστασία και ανάπτυξη του Πολιτισμού. Σύμφωνα όμως με όσα προβλέπει η Σύμβαση, το νέο Κέντρο Πολιτισμού δεν θα ανήκει στο ελληνικό κράτος.
Το (όχι ακριβώς) δημόσιο Κέντρο Πολιτισμού
Τη διαχείριση του Κέντρου Πολιτισμού προβλέπεται ότι αναλαμβάνει η νεοσύστατη ανώνυμη εταιρεία ειδικού σκοπού «Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος Α.Ε.», που μετά την κατασκευή του Κέντρου απλώς θα στελεχωθεί (θεωρητικά) με άτομα που θα επιλέξει το κράτος. Η Σύμβαση αναφέρει ξεκάθαρα ότι αυτή η Α.Ε. «δεν υπάγεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα [...] και θα λειτουργεί ως φορέας ιδιωτικού δικαίου». Ωστόσο απολαμβάνει σημαντικών προνομίων, όπως η απαλλαγή της εταιρείας από «κάθε φύσης φόρους» εκτός Φ.Π.Α. και ανταποδοτικών τελών. Μπορεί όμως η Σύμβαση να μειώνει εντυπωσιακά τα οικονομικά οφέλη του Δημοσίου από το Κέντρο Πολιτισμού, αλλά προβλέπει ρητά ότι μεταξύ των εσόδων της Α.Ε. είναι «η επαρκής χρηματοδότηση από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών».
Συν τοις άλλοις, παρά το γεγονός ότι Εθνική Βιβλιοθήκη και Εθνική Λυρική Σκηνή θα φιλοξενούνται πλέον σε ένα «δημόσιο κτίριο», είναι υποχρεωμένες να πληρώνουν... ενοίκιο για την παραμονή τους εκεί. Η Σύμβαση προβλέπει ότι η εταιρεία που θα διαχειρίζεται το Κέντρο Πολιτισμού θα λαμβάνει ««έσοδα από την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών προς την Ε.Β.Ε. και την Ε.Λ.Σ. καθώς και από την εκμετάλλευση των υποδομών του Κ.Π. και την παροχή υπηρεσιών για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των υποδομών αυτών». Τα έξοδα αυτά, σύμφωνα με την Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους όταν ψηφίστηκε η Σύμβαση, θα οδηγήσουν σε ανάγκη αύξησης της χρηματοδότησης προς τις δύο αυτές δομές.
Ενοίκιο ή... έξωση
Η Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου προέβλεπε ότι, για τα έξοδα στέγασης στο νέο Κέντρο, Ε.Β.Ε και Ε.Λ.Σ θα λαμβάνουν επιπλέον 10 και 5 εκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα. Με τα σημερινά οικονομικά δεδομένα μοιάζει ιδιαίτερα δύσκολο το ελληνικό κράτος να ανταποκριθεί σε αυτές του τις υποχρεώσεις. Σε περίπτωση μάλιστα που γίνει πραγματικότητα το αρνητικό σενάριο, το (όχι και τόσο δημόσιο τελικά) Κέντρο μπορεί προχωρήσει σε εξώσεις. Η Σύμβαση αναφέρει χαρακτηριστικά ότι σε περίπτωση που το Ίδρυμα κρίνει ότι η Λυρική ή η Βιβλιοθήκη παραβιάζουν τους όρους χρήσης «δικαιούται να λύσει τη Σύμβαση με μονομερή έγγραφη δήλωσή του προς το Ε.Δ., η οποία θα αναφέρει τους λόγους λύσης».
Ένα τέτοιο σενάριο σίγουρα δεν είναι απίθανο. Ο κίνδυνος μη ανταπόκρισης και εν τέλει απομάκρυνσης είναι ορατός για τη Λυρική Σκηνή, η οποία, σύμφωνα με πληροφορίες του TPP, εμφανίζει ήδη ετήσια ζημία 2 εκατομμυρίων ευρώ. Τα επιπλέον έξοδα για την στέγαση της στο Κέντρο Πολιτισμό θα επιβαρύνουν τα ήδη άσχημα οικονομικά της και ακόμα κι αν υποτεθεί ότι η χρηματοδότηση (10,5 εκατ ευρώ) θα αυξηθεί από το υπουργείο Πολιτισμού, είναι πολύ πιθανό τα έξοδα να μην καλύπτονται επαρκώς.
Το πρόβλημα του υψηλού κόστους δεν είναι το μόνο όμως για τη Λυρική, καθώς εκφράζονται και σοβαρά ερωτήματα για το εργασιακό καθεστώς στο Κέντρο. Η Σύμβαση προβλέπει ότι «το Ίδρυμα προτίθεται να εξετάσει σε συνεργασία με την Ε.Β.Ε., την Ε.Λ.Σ. και τον Οργανισμό το ενδεχόμενο δημιουργίας προγραμμάτων μαθητείας (stage), που απευθύνονται σε νέες και νέους διαφόρων ειδικοτήτων, (στους οποίους θα περιλαμβάνεται αριθμός εργαζομένων στην Ε.Β.Ε., στην Ε.Λ.Σ. και στον Οργανισμό), τα οποία και θα χρηματοδοτήσει». Τα σωματεία των εργαζομένων της Λυρικής έχουν ζητήσει επανειλημμένα της λεπτομέρειες για το νέο εργασιακό καθεστώς από την διοίκηση της Ε.Λ.Σ, που ωστόσο αρνείται να τους απαντήσει συγκεκριμένα.
Τι κερδίζει ο όμιλος Νιάρχου
Παρά τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, μοιάζει αδιαμφισβήτητο ότι η γνωστή οικογένεια εφοπλιστών δαπανά οικειοθελώς ένα σεβαστό ποσό για την ανέγερση ενός πολυχώρου που θα προωθήσει πολιτιστικές δραστηριότητες. Μόνο που όπως φαίνεται στη Σύμβαση, τα κίνητρα του δεν είναι ιδιαίτερα ανιδιοτελή. Αρχικά, το ποσό αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια αγορά διαφημιστικού χρόνου πολλαπλάσιας αξίας. Το όνομα του «ευεργέτη» θα βρίσκεται, σύμφωνα με τη Σύμβαση, σε κάθε μορφής υλικό που θα συνδέεται με τις δραστηριότητες της Εθνικής Βιβλιοθήκης και της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (αφίσες, ενημερωτικά φυλλάδια, προσκλήσεις κ.α.), ενώ υπάρχει δέσμευση ότι η κεντρική αίθουσα της Ε.Β.Ε. καθώς και η κεντρική σκηνή της Ε.Λ.Σ. θα φέρουν η κάθε μια χωριστά την ονομασία «Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος»
Παράλληλα, η οικογένεια Νιάρχου υποτίθεται ότι παραχωρεί το Κέντρο στη διάθεση του ελληνικού κράτους αλλά στην πραγματικότητα θα συνεχίσει να εκμεταλλεύεται οικονομικά τον χώρο. Η «Σύμβαση Δωρεάς» αναφέρει ότι «το Ίδρυμα διατηρεί επ’ αόριστον το δικαίωμα να χρησιμοποιεί άνευ ανταλλάγματος τις Εγκαταστάσεις, τις Βοηθητικές Εγκαταστάσεις και το Πάρκο Σταύρος Νιάρχος για τη διενέργεια από αυτό με δικές του δαπάνες εκδηλώσεων». Ουσιαστικά το Ίδρυμα Νιάρχου κατασκευάζει έναν πολυχώρο πολιτισμού, τον οποίο θα συνεχίζει να χρησιμοποιεί για πάντα, δωρεάν. Απλώς ένα μέρους αυτού του πολυχώρου θα στεγάσει δύο δημόσιες πολιτιστικές δομές, ενοικιάζοντας τις εγκαταστάσεις.
«Τη δωρεά μας πίσω»
Ίσως όμως ο σημαντικότερος (και πιο... εντυπωσιακός) όρος της συμφωνίας κράτους – Ιδρύματος Νιάρχου είναι αυτός που δίνει τη δυνατότητα στο Ίδρυμα, όχι μόνο να διακόψει οποιαδήποτε στιγμή τη Σύμβαση, αλλά να ζητήσει πίσω το σύνολο της επένδυσης του. Σε περίπτωση που το ίδρυμα Νιάρχου επιλέξει να «σπάσει» τη Σύμβαση, έχει δικαίωμα να ζητήσει από το ελληνικό Δημόσιο ολόκληρο το κόστος υλοποίησης του Κέντρου Πολιτισμού, δηλαδή τα 440 εκατ. που δαπάνησε, με κάποιες μικρές προσαρμογές που περιγράφονται στη Σύμβαση. Κάτι που επιβεβαίωσε ο νυν πρόεδρος του Δ.Σ. του Κέντρου Πολιτισμού και στέλεχος του Ιδρύματος Νιάρχου, Γιώργος Αγουρίδης, σε συνέντευξη του στο «Βήμα» τον περασμένο Ιούνιο. «Έχουμε το δικαίωμα να προσφύγουμε στη Δικαιοσύνη και να ζητήσουμε να μας επιστραφεί ολόκληρο το ποσό που δαπανήθηκε για την ανέγερση και τον εξοπλισμό – σχεδόν 600 εκατομμύρια ευρώ -, υπό τον όρο ότι τα χρήματα που θα εισπράξουμε θα διοχετευθούν σε φιλανθρωπικές δράσεις στην Ελλάδα» ανέφερε. Εντύπωση επίσης προκαλεί το γεγονός ότι από την στιγμή που το Ίδρυμα ζητήσει πίσω τα χρήματα του, το κράτος έχει προθεσμία μόλις 3 μηνών για να ικανοποιήσει το αίτημα αυτό.
Μοιάζει ξεκάθαρο ότι σε περίπτωση που το Ίδρυμα επιλέξει να «πατήσει το κουμπί» και να ζητήσει περίπου μισό δισεκατομμύριο από το ελληνικό κράτος μέσα σε τρεις μήνες, το Δημόσιο θα βρεθεί μπροστά σε ένα δυσθεώρητο πρόβλημα. Πρόκειται για έναν υπερπολύτιμο μοχλό πίεσης και προώθησης των συμφερόντων του ομίλου. Εκτός της πολύτιμης διαφήμισης και της χρήσης του Κέντρου για ιδιωτικούς σκοπούς ο όμιλος Νιάρχου κερδίζει κι ένα διαπραγματευτικό χαρτί ανεκτίμητης αξίας για τις επόμενες υποθέσεις του με το ελληνικό Δημόσιο. Τελικά μια «δωρεά» μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμη…
*
Όπως λέμε "Μέγαρο Μουσικής";
Μια δωρεά στον Νιάρχο
Το (όχι ακριβώς) δημόσιο Κέντρο Πολιτισμού
Τη διαχείριση του Κέντρου Πολιτισμού προβλέπεται ότι αναλαμβάνει η νεοσύστατη ανώνυμη εταιρεία ειδικού σκοπού «Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος Α.Ε.», που μετά την κατασκευή του Κέντρου απλώς θα στελεχωθεί (θεωρητικά) με άτομα που θα επιλέξει το κράτος. Η Σύμβαση αναφέρει ξεκάθαρα ότι αυτή η Α.Ε. «δεν υπάγεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα [...] και θα λειτουργεί ως φορέας ιδιωτικού δικαίου». Ωστόσο απολαμβάνει σημαντικών προνομίων, όπως η απαλλαγή της εταιρείας από «κάθε φύσης φόρους» εκτός Φ.Π.Α. και ανταποδοτικών τελών. Μπορεί όμως η Σύμβαση να μειώνει εντυπωσιακά τα οικονομικά οφέλη του Δημοσίου από το Κέντρο Πολιτισμού, αλλά προβλέπει ρητά ότι μεταξύ των εσόδων της Α.Ε. είναι «η επαρκής χρηματοδότηση από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών».
Συν τοις άλλοις, παρά το γεγονός ότι Εθνική Βιβλιοθήκη και Εθνική Λυρική Σκηνή θα φιλοξενούνται πλέον σε ένα «δημόσιο κτίριο», είναι υποχρεωμένες να πληρώνουν... ενοίκιο για την παραμονή τους εκεί. Η Σύμβαση προβλέπει ότι η εταιρεία που θα διαχειρίζεται το Κέντρο Πολιτισμού θα λαμβάνει ««έσοδα από την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών προς την Ε.Β.Ε. και την Ε.Λ.Σ. καθώς και από την εκμετάλλευση των υποδομών του Κ.Π. και την παροχή υπηρεσιών για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των υποδομών αυτών». Τα έξοδα αυτά, σύμφωνα με την Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους όταν ψηφίστηκε η Σύμβαση, θα οδηγήσουν σε ανάγκη αύξησης της χρηματοδότησης προς τις δύο αυτές δομές.
Ενοίκιο ή... έξωση
Η Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου προέβλεπε ότι, για τα έξοδα στέγασης στο νέο Κέντρο, Ε.Β.Ε και Ε.Λ.Σ θα λαμβάνουν επιπλέον 10 και 5 εκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα. Με τα σημερινά οικονομικά δεδομένα μοιάζει ιδιαίτερα δύσκολο το ελληνικό κράτος να ανταποκριθεί σε αυτές του τις υποχρεώσεις. Σε περίπτωση μάλιστα που γίνει πραγματικότητα το αρνητικό σενάριο, το (όχι και τόσο δημόσιο τελικά) Κέντρο μπορεί προχωρήσει σε εξώσεις. Η Σύμβαση αναφέρει χαρακτηριστικά ότι σε περίπτωση που το Ίδρυμα κρίνει ότι η Λυρική ή η Βιβλιοθήκη παραβιάζουν τους όρους χρήσης «δικαιούται να λύσει τη Σύμβαση με μονομερή έγγραφη δήλωσή του προς το Ε.Δ., η οποία θα αναφέρει τους λόγους λύσης».
Ένα τέτοιο σενάριο σίγουρα δεν είναι απίθανο. Ο κίνδυνος μη ανταπόκρισης και εν τέλει απομάκρυνσης είναι ορατός για τη Λυρική Σκηνή, η οποία, σύμφωνα με πληροφορίες του TPP, εμφανίζει ήδη ετήσια ζημία 2 εκατομμυρίων ευρώ. Τα επιπλέον έξοδα για την στέγαση της στο Κέντρο Πολιτισμό θα επιβαρύνουν τα ήδη άσχημα οικονομικά της και ακόμα κι αν υποτεθεί ότι η χρηματοδότηση (10,5 εκατ ευρώ) θα αυξηθεί από το υπουργείο Πολιτισμού, είναι πολύ πιθανό τα έξοδα να μην καλύπτονται επαρκώς.
Το πρόβλημα του υψηλού κόστους δεν είναι το μόνο όμως για τη Λυρική, καθώς εκφράζονται και σοβαρά ερωτήματα για το εργασιακό καθεστώς στο Κέντρο. Η Σύμβαση προβλέπει ότι «το Ίδρυμα προτίθεται να εξετάσει σε συνεργασία με την Ε.Β.Ε., την Ε.Λ.Σ. και τον Οργανισμό το ενδεχόμενο δημιουργίας προγραμμάτων μαθητείας (stage), που απευθύνονται σε νέες και νέους διαφόρων ειδικοτήτων, (στους οποίους θα περιλαμβάνεται αριθμός εργαζομένων στην Ε.Β.Ε., στην Ε.Λ.Σ. και στον Οργανισμό), τα οποία και θα χρηματοδοτήσει». Τα σωματεία των εργαζομένων της Λυρικής έχουν ζητήσει επανειλημμένα της λεπτομέρειες για το νέο εργασιακό καθεστώς από την διοίκηση της Ε.Λ.Σ, που ωστόσο αρνείται να τους απαντήσει συγκεκριμένα.
Τι κερδίζει ο όμιλος Νιάρχου
Παρά τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, μοιάζει αδιαμφισβήτητο ότι η γνωστή οικογένεια εφοπλιστών δαπανά οικειοθελώς ένα σεβαστό ποσό για την ανέγερση ενός πολυχώρου που θα προωθήσει πολιτιστικές δραστηριότητες. Μόνο που όπως φαίνεται στη Σύμβαση, τα κίνητρα του δεν είναι ιδιαίτερα ανιδιοτελή. Αρχικά, το ποσό αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια αγορά διαφημιστικού χρόνου πολλαπλάσιας αξίας. Το όνομα του «ευεργέτη» θα βρίσκεται, σύμφωνα με τη Σύμβαση, σε κάθε μορφής υλικό που θα συνδέεται με τις δραστηριότητες της Εθνικής Βιβλιοθήκης και της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (αφίσες, ενημερωτικά φυλλάδια, προσκλήσεις κ.α.), ενώ υπάρχει δέσμευση ότι η κεντρική αίθουσα της Ε.Β.Ε. καθώς και η κεντρική σκηνή της Ε.Λ.Σ. θα φέρουν η κάθε μια χωριστά την ονομασία «Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος»
Παράλληλα, η οικογένεια Νιάρχου υποτίθεται ότι παραχωρεί το Κέντρο στη διάθεση του ελληνικού κράτους αλλά στην πραγματικότητα θα συνεχίσει να εκμεταλλεύεται οικονομικά τον χώρο. Η «Σύμβαση Δωρεάς» αναφέρει ότι «το Ίδρυμα διατηρεί επ’ αόριστον το δικαίωμα να χρησιμοποιεί άνευ ανταλλάγματος τις Εγκαταστάσεις, τις Βοηθητικές Εγκαταστάσεις και το Πάρκο Σταύρος Νιάρχος για τη διενέργεια από αυτό με δικές του δαπάνες εκδηλώσεων». Ουσιαστικά το Ίδρυμα Νιάρχου κατασκευάζει έναν πολυχώρο πολιτισμού, τον οποίο θα συνεχίζει να χρησιμοποιεί για πάντα, δωρεάν. Απλώς ένα μέρους αυτού του πολυχώρου θα στεγάσει δύο δημόσιες πολιτιστικές δομές, ενοικιάζοντας τις εγκαταστάσεις.
«Τη δωρεά μας πίσω»
Ίσως όμως ο σημαντικότερος (και πιο... εντυπωσιακός) όρος της συμφωνίας κράτους – Ιδρύματος Νιάρχου είναι αυτός που δίνει τη δυνατότητα στο Ίδρυμα, όχι μόνο να διακόψει οποιαδήποτε στιγμή τη Σύμβαση, αλλά να ζητήσει πίσω το σύνολο της επένδυσης του. Σε περίπτωση που το ίδρυμα Νιάρχου επιλέξει να «σπάσει» τη Σύμβαση, έχει δικαίωμα να ζητήσει από το ελληνικό Δημόσιο ολόκληρο το κόστος υλοποίησης του Κέντρου Πολιτισμού, δηλαδή τα 440 εκατ. που δαπάνησε, με κάποιες μικρές προσαρμογές που περιγράφονται στη Σύμβαση. Κάτι που επιβεβαίωσε ο νυν πρόεδρος του Δ.Σ. του Κέντρου Πολιτισμού και στέλεχος του Ιδρύματος Νιάρχου, Γιώργος Αγουρίδης, σε συνέντευξη του στο «Βήμα» τον περασμένο Ιούνιο. «Έχουμε το δικαίωμα να προσφύγουμε στη Δικαιοσύνη και να ζητήσουμε να μας επιστραφεί ολόκληρο το ποσό που δαπανήθηκε για την ανέγερση και τον εξοπλισμό – σχεδόν 600 εκατομμύρια ευρώ -, υπό τον όρο ότι τα χρήματα που θα εισπράξουμε θα διοχετευθούν σε φιλανθρωπικές δράσεις στην Ελλάδα» ανέφερε. Εντύπωση επίσης προκαλεί το γεγονός ότι από την στιγμή που το Ίδρυμα ζητήσει πίσω τα χρήματα του, το κράτος έχει προθεσμία μόλις 3 μηνών για να ικανοποιήσει το αίτημα αυτό.
Μοιάζει ξεκάθαρο ότι σε περίπτωση που το Ίδρυμα επιλέξει να «πατήσει το κουμπί» και να ζητήσει περίπου μισό δισεκατομμύριο από το ελληνικό κράτος μέσα σε τρεις μήνες, το Δημόσιο θα βρεθεί μπροστά σε ένα δυσθεώρητο πρόβλημα. Πρόκειται για έναν υπερπολύτιμο μοχλό πίεσης και προώθησης των συμφερόντων του ομίλου. Εκτός της πολύτιμης διαφήμισης και της χρήσης του Κέντρου για ιδιωτικούς σκοπούς ο όμιλος Νιάρχου κερδίζει κι ένα διαπραγματευτικό χαρτί ανεκτίμητης αξίας για τις επόμενες υποθέσεις του με το ελληνικό Δημόσιο. Τελικά μια «δωρεά» μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμη…
---
πηγή: Θάνος Καμήλαλης
---
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου