*
Ανασυγκρότηση
***
*
ΟΙ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΣΗΕΑ ΚΑΙ Η ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥΣ – ΤΙ ΦΤΑΙΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΔΕΝ ΞΕΡΝΑΕΙ ΤΙΣ ΜΟΛΥΝΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΠΙΜΟΛΥΣΜΕΝΟΥΣ – ΠΩΣ Η ΕΝΩΣΗ (ΟΙ ΕΝΩΣΕΙΣ) ΕΧΕΙ ΔΩΣΕΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΑΠΟ ΤΥΧΗ ΕΚΑΝΑΝ ΚΑΡΙΕΡΑ ΣΤΟΝ ΤΥΠΟ.
Η ΕΣΗΕΑ καλεί σαράντα υποψήφια μέλη της στις καθιερωμένες εξετάσεις για την εγγραφή στα μητρώα της. Έστω και αν η διαδικασία είναι από χρόνια απολύτως τυπική, η μέθοδος της δοκιμασίας, γραπτής και προφορικής, για να ενταχθεί ένας δημοσιογράφος στο επαγγελματικό του σωματείο, είναι παράλογη. Παράλογη ξεπαράλογη, δημοκρατική ξεδημοκρατική, ξινή ή γλυκερή, πρόκειται για κάτι που σημαίνει «αυτό είναι, πάρε το ή μείνε έξω από το κλαμπ». Τούτη ήταν η έννοια των εξετάσεων κάθε φορά για όλους τους υποψηφίους, όλων των περασμένων χρόνων. Και η συντριπτική πλειοψηφία το πήρε περνώντας από την υποτιμητική διαδικασία στην οποία εξεταστές (θεωρητικά) είναι δημοσιογράφοι και εξεταζόμενοι (επίσης θεωρητικά) πάλι δημοσιογράφοι!
Γιατί αυτοί που κάθονται στο «θρανίο» δεν είναι δόκιμοι συντάκτες, δεν είναι μαθητευόμενοι, δεν είναι σπουδαστές δημοσιογραφίας. Είναι δημοσιογράφοι επαγγελματίες, με καταβολές χρόνων στο οικείο ασφαλιστικό ταμείο, το ΕΤΑΠ ΜΜΕ, με κανονικούς μισθούς (όσο κανονικοί είναι, πλέον, για νέους και παλιούς), με αρκετών ετών θητεία πλήρους εργασίας σε Μέσα Ενημέρωσης. Όπου δεν κάνουν το αγροτικό τους, αλλά δουλεύουν και προσφέρουν όσο, ή περισσότερο, ο συνάδελφος τού διπλανού γραφείου.
Όταν το επάγγελμα δεν (τους) ξερνάει
Αν δεν έκαναν για τη δουλειά, αν δεν ήταν άξιοι να γίνουν μέλη της ΕΣΗΕΑ, τότε το ίδιο το επάγγελμα θα τους είχε αποβάλει –και αυτό έχει συμβεί με χιλιάδες φιλόδοξους νέους που αποπειράθηκαν για χρόνια να περιβληθούν τον γοητευτικό δημοσιογραφικό μανδύα. Βέβαια, το επάγγελμα έχει δεχτεί και έχει χωνέψει πολλούς που δεν θα έπρεπε να λέγονται δημοσιογράφοι, αλλά χειροκροτητές, μπίζνεσμεν, κομματάρχες, εκπρόσωποι συμφερόντων, αντιγραφείς δελτίων Τύπου, μεταφορείς νον πέιπερ, κομιστές γραμμών και κατευθύνσεων κ.λπ. Αφού αυτούς δεν απέβαλε το επάγγελμα (δεν τους ξέρασε, για να το πούμε ωμά), τότε το επάγγελμα έχει πρόβλημα, έχει παθογένειες, είναι άρρωστο. Αυτές τις παθογένειες θα πρέπει να βρει τρόπο να καταπολεμήσει η ΕΣΗΕΑ, όπως κάθε άλλη δημοσιογραφική Ένωση –κάτι βέβαια που δεν γίνεται με τις ηθικά μειωτικές εξετάσεις εγγραφής.
Τον δημοσιογράφο δεν τον κάνει η Ένωση
Τον δημοσιογράφο δεν τον κάνει η Ένωση, η οποιαδήποτε Ένωση –η ΕΣΗΕΑ, η ΕΣΠΗΤ, η ΕΣΗΕΜΘ και κάθε άλλη. Τον κάνει η δουλειά, το ρεπορτάζ, η ύλη, η διόρθωση, η μετάφραση. Δηλαδή τι είναι ο εξεταζόμενος πριν από τις εξετάσεις της ΕΣΗΕΑ και τι μετά; Μη αδειούχος πρώτα και αδειούχος στη συνέχεια; Χωρίς σφραγίδα επαγγελματικότητας πριν και αναγνωρισμένος κατόπιν; Με αμφισβητούμενες γνώσεις σε γλώσσα κ.λπ. αρχικά και επιβεβαιωμένες ύστερα; Αν ναι, πώς γίνεται ο κλάδος, η γλωσσική αισθητική του και –κάποτε, κάποτε– η ηθική του, να ταλαιπωρούνται από θέματα δεοντολογίας, από βαρβαρισμούς, σολοικισμούς, εν γένει κακοποιήσεις της γλώσσας, ταλαιπωρίες της τρίτης κλίσης, στρέβλωση της προστακτικής (στην οποία βάζουν αύξηση: «επέτρεψέ μου», «περιέγραψέ μου» λ.χ.), κακογραμμένα κείμενα με αντι-δημοσιογραφικό τρόπο; Πώς η Ένωση (οι Ενώσεις, καλύτερα) έδωσε ταυτότητα και εγκυρότητα δημοσιογράφου σε κάποιους ανθρώπους που από τύχη δεν έκαναν καριέρα στην μπακαλική; (Πολλοί από εμάς έχουν γνωρίσει, ιδιαίτερα σε παλιότερες δεκαετίες, κατά την επαγγελματική τους διαδρομή αρκετούς τέτοιους). Και πώς οι εξετάσεις δεν απέτρεψαν την επέλασή τους;
Ας σκεφτεί η ΕΣΗΕΑ –ας εικάσει, έτσι ως υπόθεση εργασίας– ποιο, έστω και μικρό, ποσοστό διαγραφών θα είχε, αν περνούσαν ΤΩΡΑ σε εξετάσεις τα παλιά μέλη της. Εξετάσεις ουσιαστικές και όχι τυπικές. Να τεστάρει τις γνώσεις τους, τη δημοσιογραφική τους πορεία, την «αντιποίηση επαγγέλματος» (που από δημοσιογράφοι έγιναν κεκράκτες), το ήθος τους. Να ψάξει και να βρει τις ρίζες του ανεξίτηλου, βαθιά ποτισμένου, λεκέ που άφησε στον κλάδο το σύνθημα «αλήτες, ρουφιάνοι». Να ιχνηλατήσει τη διαδρομή τους στον χώρο: πώς δούλεψαν, τι έκαναν, πώς διεπλάκησαν (όσοι διεπλάκησαν), πώς αντέγραψαν, πώς έγραψαν ασύντακτα, πώς σπίλωσαν συνειδήσεις για να τσιμπήσουν φύλλα στο περίπτερο, προτεραιότητα στο τηλεκοντρόλ και κλικ στο διαδίκτυο.
Εξετάσεις χωρίς εκπαίδευση;
Και, εν τέλει, κάθε εξέταση (ναι, το είπαμε: τυπική στην προκειμένη περίπτωση) προϋποθέτει μια εκπαίδευση, μια μαθητεία. Την οποία –αν θέλεις να έχεις υψηλό επίπεδο στο σώμα των μελών σου– δεν την αφήνεις σε κάποιους εκδότες ή σε κάποια στελέχη που ούτε τους ενδιαφέρει να μεταδώσουν γνώσεις ούτε έχουν αυτήν την ικανότητα.
Αν η ΕΣΗΕΑ επιμείνει στις εξετάσεις, ας προσφέρει στα υποψήφια μέλη εκπαίδευση. Μαθήματα δηλαδή, με επαρκή χρονική διάρκεια. Για να διαμορφώσει δημοσιογραφική συνείδηση, να μεταδώσει γνώσεις, να παρέμβει στην οικοδόμηση δημοσιογραφικού χαρακτήρα. Μπορεί; Αν όχι, ας απεμπλακεί από την καταστατική υποχρέωση των εξετάσεων, που όταν θεσπίστηκαν εξυπηρετούσαν, πιθανόν, κάποια σκοπιμότητα και όχι την ποιότητα του εγγεγραμμένου δημοσιογραφικού πληθυσμού. Η αλλαγή του καταστατικού για την εγγραφή εργαζομένων στα σάιτ, ας συνοδευτεί με μια ακόμα: με την κατάργηση των (οιονεί) εξετάσεων.
*
Όταν δημοσιογράφοι
«εξετάζουν» δημοσιογράφους
Γιατί αυτοί που κάθονται στο «θρανίο» δεν είναι δόκιμοι συντάκτες, δεν είναι μαθητευόμενοι, δεν είναι σπουδαστές δημοσιογραφίας. Είναι δημοσιογράφοι επαγγελματίες, με καταβολές χρόνων στο οικείο ασφαλιστικό ταμείο, το ΕΤΑΠ ΜΜΕ, με κανονικούς μισθούς (όσο κανονικοί είναι, πλέον, για νέους και παλιούς), με αρκετών ετών θητεία πλήρους εργασίας σε Μέσα Ενημέρωσης. Όπου δεν κάνουν το αγροτικό τους, αλλά δουλεύουν και προσφέρουν όσο, ή περισσότερο, ο συνάδελφος τού διπλανού γραφείου.
Όταν το επάγγελμα δεν (τους) ξερνάει
Αν δεν έκαναν για τη δουλειά, αν δεν ήταν άξιοι να γίνουν μέλη της ΕΣΗΕΑ, τότε το ίδιο το επάγγελμα θα τους είχε αποβάλει –και αυτό έχει συμβεί με χιλιάδες φιλόδοξους νέους που αποπειράθηκαν για χρόνια να περιβληθούν τον γοητευτικό δημοσιογραφικό μανδύα. Βέβαια, το επάγγελμα έχει δεχτεί και έχει χωνέψει πολλούς που δεν θα έπρεπε να λέγονται δημοσιογράφοι, αλλά χειροκροτητές, μπίζνεσμεν, κομματάρχες, εκπρόσωποι συμφερόντων, αντιγραφείς δελτίων Τύπου, μεταφορείς νον πέιπερ, κομιστές γραμμών και κατευθύνσεων κ.λπ. Αφού αυτούς δεν απέβαλε το επάγγελμα (δεν τους ξέρασε, για να το πούμε ωμά), τότε το επάγγελμα έχει πρόβλημα, έχει παθογένειες, είναι άρρωστο. Αυτές τις παθογένειες θα πρέπει να βρει τρόπο να καταπολεμήσει η ΕΣΗΕΑ, όπως κάθε άλλη δημοσιογραφική Ένωση –κάτι βέβαια που δεν γίνεται με τις ηθικά μειωτικές εξετάσεις εγγραφής.
Τον δημοσιογράφο δεν τον κάνει η Ένωση
Τον δημοσιογράφο δεν τον κάνει η Ένωση, η οποιαδήποτε Ένωση –η ΕΣΗΕΑ, η ΕΣΠΗΤ, η ΕΣΗΕΜΘ και κάθε άλλη. Τον κάνει η δουλειά, το ρεπορτάζ, η ύλη, η διόρθωση, η μετάφραση. Δηλαδή τι είναι ο εξεταζόμενος πριν από τις εξετάσεις της ΕΣΗΕΑ και τι μετά; Μη αδειούχος πρώτα και αδειούχος στη συνέχεια; Χωρίς σφραγίδα επαγγελματικότητας πριν και αναγνωρισμένος κατόπιν; Με αμφισβητούμενες γνώσεις σε γλώσσα κ.λπ. αρχικά και επιβεβαιωμένες ύστερα; Αν ναι, πώς γίνεται ο κλάδος, η γλωσσική αισθητική του και –κάποτε, κάποτε– η ηθική του, να ταλαιπωρούνται από θέματα δεοντολογίας, από βαρβαρισμούς, σολοικισμούς, εν γένει κακοποιήσεις της γλώσσας, ταλαιπωρίες της τρίτης κλίσης, στρέβλωση της προστακτικής (στην οποία βάζουν αύξηση: «επέτρεψέ μου», «περιέγραψέ μου» λ.χ.), κακογραμμένα κείμενα με αντι-δημοσιογραφικό τρόπο; Πώς η Ένωση (οι Ενώσεις, καλύτερα) έδωσε ταυτότητα και εγκυρότητα δημοσιογράφου σε κάποιους ανθρώπους που από τύχη δεν έκαναν καριέρα στην μπακαλική; (Πολλοί από εμάς έχουν γνωρίσει, ιδιαίτερα σε παλιότερες δεκαετίες, κατά την επαγγελματική τους διαδρομή αρκετούς τέτοιους). Και πώς οι εξετάσεις δεν απέτρεψαν την επέλασή τους;
Ας σκεφτεί η ΕΣΗΕΑ –ας εικάσει, έτσι ως υπόθεση εργασίας– ποιο, έστω και μικρό, ποσοστό διαγραφών θα είχε, αν περνούσαν ΤΩΡΑ σε εξετάσεις τα παλιά μέλη της. Εξετάσεις ουσιαστικές και όχι τυπικές. Να τεστάρει τις γνώσεις τους, τη δημοσιογραφική τους πορεία, την «αντιποίηση επαγγέλματος» (που από δημοσιογράφοι έγιναν κεκράκτες), το ήθος τους. Να ψάξει και να βρει τις ρίζες του ανεξίτηλου, βαθιά ποτισμένου, λεκέ που άφησε στον κλάδο το σύνθημα «αλήτες, ρουφιάνοι». Να ιχνηλατήσει τη διαδρομή τους στον χώρο: πώς δούλεψαν, τι έκαναν, πώς διεπλάκησαν (όσοι διεπλάκησαν), πώς αντέγραψαν, πώς έγραψαν ασύντακτα, πώς σπίλωσαν συνειδήσεις για να τσιμπήσουν φύλλα στο περίπτερο, προτεραιότητα στο τηλεκοντρόλ και κλικ στο διαδίκτυο.
Εξετάσεις χωρίς εκπαίδευση;
Και, εν τέλει, κάθε εξέταση (ναι, το είπαμε: τυπική στην προκειμένη περίπτωση) προϋποθέτει μια εκπαίδευση, μια μαθητεία. Την οποία –αν θέλεις να έχεις υψηλό επίπεδο στο σώμα των μελών σου– δεν την αφήνεις σε κάποιους εκδότες ή σε κάποια στελέχη που ούτε τους ενδιαφέρει να μεταδώσουν γνώσεις ούτε έχουν αυτήν την ικανότητα.
Αν η ΕΣΗΕΑ επιμείνει στις εξετάσεις, ας προσφέρει στα υποψήφια μέλη εκπαίδευση. Μαθήματα δηλαδή, με επαρκή χρονική διάρκεια. Για να διαμορφώσει δημοσιογραφική συνείδηση, να μεταδώσει γνώσεις, να παρέμβει στην οικοδόμηση δημοσιογραφικού χαρακτήρα. Μπορεί; Αν όχι, ας απεμπλακεί από την καταστατική υποχρέωση των εξετάσεων, που όταν θεσπίστηκαν εξυπηρετούσαν, πιθανόν, κάποια σκοπιμότητα και όχι την ποιότητα του εγγεγραμμένου δημοσιογραφικού πληθυσμού. Η αλλαγή του καταστατικού για την εγγραφή εργαζομένων στα σάιτ, ας συνοδευτεί με μια ακόμα: με την κατάργηση των (οιονεί) εξετάσεων.
---
---
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου