*
Ένας φίλος χάλασε όλο το χαρτζιλίκι του τις προάλλες στο νησί. Αγόρασε 5-6 φιάλες Ντομ Περινιόν, τις έριξε με σκοινί στο πηγάδι να παγώνουν, πήρε και πρώτης τάξεως χαβιάρι και κάλεσε τους «Φίλους του θρησκευτικού πένθους» (δηλαδή εμάς) να «νηστέψουμε όλη νύχτα».
Ανασυγκρότηση
***
*
*
Daniel Baud Bovy, Fred Boissonas, Oλυμπία, 1913 |
του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου
(Ελευθεροτυπία, 1991)Ένας φίλος χάλασε όλο το χαρτζιλίκι του τις προάλλες στο νησί. Αγόρασε 5-6 φιάλες Ντομ Περινιόν, τις έριξε με σκοινί στο πηγάδι να παγώνουν, πήρε και πρώτης τάξεως χαβιάρι και κάλεσε τους «Φίλους του θρησκευτικού πένθους» (δηλαδή εμάς) να «νηστέψουμε όλη νύχτα».
Τώρα δεν έχει φράγκο, αλλά δεν τον νοιάζει καθόλου. Οι αφραγκιές δεν μπορούν να πτοήσουν έναν γεννημένο πλούσιο -οι αρτίστες τον χρήματος, θα το ξέρετε, παραμένουν αστέρια και με τα πολλά και με τα λίγα!
Δεν κρύβω το θαυμασμό μου γι’ αυτούς. Μ’ αρέσει η σχετική αποδέσμευσή τους από το χρήμα: ούτε οι αψιλιές τούς μειώνουν, ούτε τα πλούτη τούς παίρνουν τα μυαλά. Συμπεριφέρονται το ίδιο —είτε έχουν χρήματα, είτε δεν έχουν— κι ένας έμφυτος μποεμισμός τους αξιώνει να το χρησιμοποιούν σαν καλλιτέχνες!
Πάρτε παράδειγμα τον Φράνσις Μπέικον. Η ξαφνική επιτυχία τού απέδωσε ιλιγγιώδη ποσά, αλλά αυτός εξακολούθησε να ζει σ’ ένα γυμνό σπίτι, δίχως έπιπλα — και να κερνάει κάθε μεσημέρι τους φίλους του σαμπάνια. Όταν μια φορά κέρδισε στη ρουλέτα ένα μυθώδες ποσό, διοργάνωσε ένα εκλεπτυσμένο όργιο (μετά δωρεών) που κράτησε μέχρι να εξανεμιστεί κι η τελευταία λίρα.
Η Γιουρσενάρ (επίσης αριστοκρατική ως προς το χρήμα) αναφέρει την περίπτωση μιας φιλικής της, φτωχής οικογένειας που όταν οι δουλειές «έκλεισαν» στο Mount Desert Island, την επισκέφτηκαν και με ένα απλό σήκωμα του ώμου τη φίλησαν χαμογελαστοί, ξεσπιτώθηκαν και πήγανε στη Νέα Υόρκη. «Να δούμε και λίγο παραπέρα» της είπαν!
Έχω συναντήσει και στην Ελλάδα τέτοια αρχοντική προσαρμοστικότητα σε απλούς, φτωχούς ανθρώπους. Έχω γνωρίσει όμως και μερικούς αστούς, μεγαλωμένους σε περιβάλλον ανοιχτόμυαλο, οι οποίοι έχουν μάθει να χρησιμοποιούν το χρήμα με φυσική άνεση, σαν ένα απλό μέσο ηδονής — και επιπλέον έχουν διδαχθεί εγκαίρως την τέχνη του ξεκοκαλίσματος.
Είναι και οι δυο κατηγορίες ανθρώπων αξιαγάπητες, ιδανικές για φιλίες, χαλαρές ως προς τη ζωή, αληθινά εύθυμες και γοητευτικές.
Δείτε όμως το παράδοξο. Ο κόσμος στην Ελλάδα δεν γοητεύεται ούτε από τους μεν ούτε από τους δε — αλλά από τη μεζ χαίτη της «δυναστείας» Βαρδινογιάννη!
Έχοντας ως μοναδικές εικόνες πλούτου τη «χλιδή» των κοσμικών και τα αλαζονικά πρότυπα της διαφήμισης — πιστεύει ότι οι αληθινά πλούσιοι ζουν τη γελοιογραφία του Dynasty και (το χειρότερο) επιθυμεί το χρήμα όχι ως μέσο ηδονής αλλά ως δείκτη επιτυχίας και επιθετικού look.
Η (σχεδόν κτηνώδης) εικόνα της νεόπλουτης, που φέρει σα γαλέρα πάνω της όλα τα σημαιάκια των logo — ακολουθώντας έναν κοιλαρά με πούρο, χρυσό ρόλεξ και ύφος upgrated τσιφλικά που επιθεωρεί τις Νεκρές Ψυχές του (σαν να ’ταν ο Φθόνος αυτοπροσώπως) είναι ένα καρτούν που έρχεται κατευθείαν από τα απωθημένα του Κωστόπουλου για να γεμίσει άγχος την ανυπεράσπιστη φτωχούλα.
Έχει τόση σχέση με τον πλούτο όσο κι η ηδονή με την οδύνη — είναι ένα είδος πληθωριστικής καταξίωσης που προϋποθέτει την αυτοϋποτίμηση του ανθρώπου.
Χωρίς δεύτερη σκέψη προτιμώ τους «Φίλους του Θρησκευτικού Πένθους». Ενδιαφέρονται περισσότερο για τη χρηστική αξία των πραγμάτων — οι ούγιες γι’ αυτούς δεν είναι οικόσημα!
Το ενδιαφέρον με τις Dom Perignon είναι ότι τις πίνουν, σαν ένα ακριβό δώρο της στιγμής·— καμιά ταξική «επένδυση» δεν γίνεται. Το ίδιο ωραία νιώθουν (αλλά με άλλο τρόπο) όταν ανοίγουν το βαρέλι με το νέο κρασί και πίνουνε τα άστρα (κι έχει παράξενα άστρα φέτος στο νησί!)
Σκεφτήκαμε μάλιστα να συμπτύξουμε τη φιλοσοφία της παρέας σε λίγες φράσεις, για όσα νέα μέλη ενδιαφέρονται:
«Αν είναι να ’ρθουν τ’ άσπρα ρόδα στο τραπέζι του Κλάριτζες, αν είναι να ’ρθουν οι χρυσές αυγές της Βιρμανίας, το ασυλλόγιστο χρήμα, τα ιστιοφόρα, εκείνη η ποιητική σούπα που φτιάχνουνε στην Ταϊλάνδη με σάλιο πετροχελίδονων... καλώς να ’ρθουν. Θα τα δεχτώ με επικούρεια γλυκύτητα, αλλά δεν πρόκειται να πάρουν τα μυαλά μου αέρα. Αν είναι να ’ρθουν, να ’ρθουν μόνα τους (από τύχη, ή επειδή τ’ αξίζω) — εγώ δεν πρόκειται να προσπαθήσω ούτε στο παραμικρό, γιατί έχω και πιο ενδιαφέροντα πράγματα να κάνω! Λυπάμαι όσους χάνουν τον εαυτό τους για να αποκτήσουν πράγματα που, ούτως ή άλλως, θα παραμείνουνε γι’ αυτούς πάντα ξένα. Λυπάμαι όσους χρησιμοποιούν τις απολαύσεις σαν δηλητήριο. Αλλά δεν λυπάμαι όσους τσακίζουνε περιουσίες εν ριπή οφθαλμού — γιατί αυτοί τουλάχιστον αξιώνονται μιας γλυκυτέρας ύβρεως. Ελάχιστοι κατέχουν το μυστικό να χρησιμοποιούν το χρήμα επ’ αγαθώ, να το σκορπίζουν απαλά, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη αλλά ούτε και περιφρόνηση, να το σκορπίζουν όπου θέλουνε αυτοί κι όχι η μόδα, να το προσέχουν επειδή έχει άσχημη επήρρεια στους πολλούς κι η έλλειψή του έχει κάνει πολλούς δυστυχισμένους - και την κατάλληλη στιγμή να το σκοτώνουν με μια ανάλαφρη, καλλιτεχνική χειρονομία...»
Εννοείται, ποτέ δεν έχουν διατυπωθεί αυτά γραπτώς. Είναι η πρώτη φορά. Κανείς δεν νοιάζεται! - ούτε καν για υστεροφημία. Όλοι έχουν βυθιστεί, εδώ, στη νάρκη του ποτού, και των φιλιών - κι εγώ είμαι ο τελευταίος που έμεινα στην επικράτεια του Λόγου για να σας περιγράψω το ναυάγιο.
Ελευθεροτυπία, 1991, Στήλη «Επιλογές».
*
Ελευθεροτυπία, 1991, Στήλη «Επιλογές».
---
---*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου