*
Cosmina Furchi Gliatas
***
*
ΚΟΛΛ. Γιατί έτσι θα σταματούσε η οικονομία και θα καταστρεφόταν ο κόσμος. Απλά πράγματα μπαμπάκο! Το χρήμα πρέπει να γυρίζει! Αυτοί είναι πολύ διαβασμένοι!
ΝΙΟΝΙΟΣ : “Buongiorno” Καραγκιόζη, “Cosa fai” κόζα φάει;
Cosmina Furchi Gliatas
***
*
Ο Καραγκιόζης
στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τέρμα, βαρέθηκα πια να με συκοφαντούν, να λασπολογούν το όνομά μου. Κάθε ψεύτη, απατεώνα, λαμόγιο να τον φωνάζουν Καραγκιόζη!
Ε, όχι κύριοί μου, το πήρα απόφαση! Θα πάω στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να αποκαταστήσω το όνομά μου! Θα τους καταδικάσω, να μη με βάζουν τζάμπα στο στόμα τους. Κάθε φορά που θα λένε το όνομά μου, θα με πληρώνουν. Έτσι έχω ακούσει ότι γίνεται και έτσι θα κάνω! Δεν κατάλαβα, τι έχουν παρά πάνω οι άλλοι από μένα; Ολόκληρος Καραγκιόζης είμαι! Έχω ένα όνομα που είναι σκέτη περηφάνια, ολόκληρη ιστορία! Έχω και καθαρό κούτελο, ακόμα και όταν δεν έχουμε σαπούνι στο σπίτι, το πλένω με λίγο σάλιο και είναι πάντα πεντακάθαρο! Τίμιος άνθρωπος, δε θα με βάλουν εμένα στο ίδιο τσουβάλι με τους άλλους! Πρέπει να το κάνω, για το όνομά μου ρε , αυτή είναι η μόνη κληρονομιά που αφήνω στα παιδιά μου, ο θησαυρός τους!
ΚΟΛΛΗΤΗΡΙ: Γεια σου μπαμπάκο, άκουσα καλά; Είπες ότι θα μου αφήσεις θησαυρό; Οπότε είναι αλήθεια όλα αυτά που άκουσα να συζητούν έξω στο καφενείο;
ΚΑΡ. Τι λες, Κολλητήρι μου, πιο θησαυρό; Τι άκουσες έξω που λες;
ΚΟΛΛ. Εσύ δεν είπες πριν λίγο ότι θα μου αφήσεις ένα θησαυρό;
ΚΑΡ. Ε, ναι το είπα, μια μεγάλη κληρονομιά για σένα και τα παιδιά σου, όταν θα αποκτήσεις.
ΚΟΛΛ. Οπότε καλά άκουσα όπως ερχόμουν κάποιοι να φωνάζουν “Λεφτά υπάρχουν!”
ΚΑΡ. Ποια λεφτά, παιδί μου, εγώ δεν έχω ούτε δεκάρα τσακιστή! Θα έχω αν όλα θα πάνε καλά!
ΚΟΛΛ. Μα, πώς δεν έχεις μπαμπάκο, αφού όλοι έξω λένε ότι “οι Καραγκιόζηδες τα έχουν τα λεφτά, αυτοί μαζί με τους κουμπάρους και τις ξάδελφές τους.”
ΚΑΡ. Έχουν οι κουμπάροι μας και τα ξαδέλφια μας λεφτά και μας το κρύβουν;
ΚΟΛΛ. Ναι, μπαμπάκο, δε μας το κρύβουν μόνο, μας τα κρύβουν κιόλας. Μακριά, σε άλλη χώρα τα έχουν, ούτε να τα δούμε, ούτε να τα μυρίσουμε!
ΚΑΡ. Αχ, οι απατεώνες! Στο λαιμό να τους κάτσουν!! Να σκάσουν!
ΚΟΛΛ. Δώσε και εμένα τέτοια ευχή, μπαμπάκο! Θέλω και σε μένα να μου κάτσει κάτι στο λαιμό! Έχω δυο μέρες, τρεις νύχτες και δυο μεσημέρια που δε βάζω τίποτα στο λαιμό, που δεν τρώω τίποτα. Έχω ξεχάσει πώς μασάμε, μόνο ρουφάω αέρα κοπανιστό και, τελευταία, δεν είναι καθόλου καθαρός, πολύ καπνό έχει μέσα. Και καρπαζιές τρώω, αλλά ούτε αυτές δε με χορταίνουν. Η κοιλιά μου γουργουρίζει, πατερούλη μου. Πώς είναι δυνατόν να λένε ότι οι Καραγκιόζηδες τα φάγανε;
ΚΑΡ. Ποιος το λέει αυτό, Κολλητήρι μου;* καρπαζιά* Ξέρνα, ξέρασέ τα όλα ,τώρα!
ΚΟΛΛ. Τι να ξεράσω, μπαμπάκο, αφού δεν έχω βάλει τίποτα στο στόμα μου εδώ και μέρες και νύχτες και μεσημέρια! Δεν ακούς όταν σου μιλάω και, σε παρακαλώ, μη μου δίνεις άλλη καρπαζιά, μη βαράς άλλο, με το άδειο στομάχι που έχω θα κάνει ηχώ και θα χορεύουν και τα έντερά μου.
Έξω φωνάζουν: “Οι καραγκιόζηδες τα φάγανε , αυτοί τα φάγανε και τώρα λεφτά δεν υπάρχουν!”
ΚΑΡ Τα λαμόγια λένε έτσι στο καφενείο; Τώρα κατάλαβα περί τίνος πρόκειται. Αυτό που έλεγα πριν έρθεις εσύ Κολλητήρι, λασπολογούν το όνομά μας, το χρησιμοποιούν για να μιλήσουν για τα λαμόγια που ρήμαξαν τη Χώρα!
Αυτοί έκαναν έτσι τη μοιρασιά, ένα για μένα κι ένα για τη στραβομουτσουνάρα μου. Έτρωγαν, έτρωγαν και δε χόρταιναν ποτέ. Όλος ο κόσμος τους φωνάζει Καραγκιόζηδες, λες και ανήκουν στην ξυπόλητη οικογένειά μας. Τα λαμόγια! Παλιά έτρωγαν περισσότερα γιαούρτια στη μουτσούνα τους, τώρα δεν άφησαν στον κόσμο ούτε τα λεφτά για να αγοράσει γιαούρτι για τον εαυτό τους, πώς να τους πετάξουν σε αυτούς; Πρέπει να τους βάλουμε στη φυλακή κι εσύ, παιδί μου, να μείνεις μακριά τους, μήπως βρεθείς κι εσύ στη φυλακή μαζί τους.
ΚΟΛΛ. Πού να βρεθώ κι εγώ πατέρα στη φυλακή; Εγώ πετσί και κόκκαλο είμαι, δε με βλέπεις; Έχει κολλήσει η κοιλιά μου στην πλάτη. Στη φυλακή πάνε αυτοί που τα φάγανε! Εδώ άλλοι τρώνε, άλλοι πίνουν κι άλλοι κοιμούνται νηστικοί!
ΚΑΡ. Το ξέρω παιδί μου, η αδικία μας κυνηγάει, χρόνια τώρα, αιώνες! Πρώτα η τουρκοκρατία, τώρα η ευρωπαιοκρατία, ακράτεια να έχουν όλοι και να γεμίσουν οι θάλασσες με τα νερά τους!
ΚΟΛΛ. Τι με ενδιαφέρει πατέρα για τα νερά και τις θάλασσες; Εγώ την κοιλιά μου θέλω να γεμίσω. Πεινάω μπαμπάκο, δεν μπορείς να δανειστείς από τους κουμπάρους, τα ξαδέλφια να φάμε και εμείς κάτι;
ΚΑΡ. Μην κλαις παιδί μου, αύριο θα πάω στην τράπεζα για να ζητήσω δάνειο. Δεν πάω εγώ σε τοκογλύφους, ούτε θα πουλήσω το χρυσό μου το δόντι. Θα βάλω υποθήκη τα κεραμίδια μας και θα την ξεπεράσουμε την κακιά στιγμή.
ΚΟΛΛ. Πατέρα, φαίνεται ότι έχεις μείνει πίσω. Οι τράπεζες δεν έχουν λεφτά. Κι αυτές δανείζονται..
ΚΑΡ. Δανείζονται, από ποιον;
ΚΟΛΛ. Από τους ευρωπαίους μπαμπάκο, από εκεί παίρνουν τα λεφτά οι τράπεζες.
ΚΑΡΑΓ. Και για πες μου παιδί μου, οι ευρωπαίοι που τα βρίσκουν τόσα λεφτά για να δανείσουν τις τράπεζες κι αυτές για να δανείσουν στον κόσμο;
ΚΟΛΛ. Ε, μπαμπάκο, μα τι σου λέω τόση ώρα; Λεφτά υπάρχουν, τα έχουν οι κουμπάροι και τα ξαδέλφια κάποιων. Αυτοί πάνε τα λεφτά τους στις ευρωπαϊκές τράπεζες, ώστε αυτές μετά να δανείσουν τις τράπεζες εδώ κι αυτές με τη σειρά τους τα δίνουν στον κοσμάκη.
ΚΑΡΑΓ. Και που τα βρίσκουν οι κουμπάροι και τα ξαδέλφια, Κολλητήρι μου; Μου κουρκούτιασες το μυαλό για να σε καταλάβω…
ΚΟΛΛ. Από τον κόσμο τα πήραν μπαμπάκο, τίποτα δεν καταλαβαίνεις από οικονομία. Τα παίρνουν από τον κόσμο, τα βάζουν στις ευρωπαϊκές τράπεζες, αυτές δανείζουν τις δικές μας τράπεζες κι αυτές με τη σειρά τους τα δίνουν στον κόσμο. Έτσι γυρίζει η οικονομία! Και για να γυρίσει καλά, πρέπει να πάνε σε τράπεζες από άλλες χώρες, όχι τις κοντινές, μακριά από δω, να κάνει μεγάλο κύκλο, μεγάλο τζίρο, έτσι λέγεται!!
ΚΑΡ. Και γιατί δεν αφήνουν τα λεφτά από την αρχή στον κόσμο που τα έχει αντί να κάνουν όλο αυτό το γύρο;
ΚΑΡ. *καρπαζιά* Α, ρε καρπαζιές που χρειάζονται στους οικονομολόγους. Τόσες που να τους γυρίσει το κεφάλι ανάποδα! Λες κι έτσι σώθηκε η οικονομία και δεν καταστράφηκε ο κόσμος! Καλά μου έλεγες παιδί μου ότι με το πολύ διάβασμα καίγεται το μυαλό!
ΚΟΛΛ. Τι λες πατέρα, αυτοί στις ευρωπαϊκές τράπεζες ξέρουν καλύτερα, σπούδασαν στα καλύτερα πανεπιστήμια, άλλοι εδώ είναι οι αδιάβαστοι και δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Κι εγώ άλλαξα γνώμη, από δω και πέρα θέλω να διαβάσω, να μάθω καλά γράμματα, να γίνω κι εγώ αστέρι, οικονομολόγος.
ΚΑΡ. *καρπαζιά* Θα σε κάνω να δεις πολλά αστέρια και τζάμπα. Έλα εδώ, παιδί μου. Αφού θες να γίνεις καλός μαθητής, κάτσε και γράψε εσύ για μένα ένα γράμμα να το στείλω στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για να τελειώσει αυτή η ξευτίλα, να μη χρησιμοποιούν το όνομά μας.
ΚΑΡ. Bρε καλώς τον το Νιόνιο. Μποντζόρνο, που το είδες το φαΐ;
ΝΙΟΝ. Όχι φαί, Καραγκιόζη. Σου είπα “κόζα φάει;”
ΚΑΡ. Δεν κατάλαβα, η Ρόζα έχει φάει ή η κόζα νόστρα φάει.
ΝΙΟΝ. Όχι , Καραγκιόζη, “κόζα φάει” σημαίνει, “τι κάνεις;”
ΚΑΡ. Πέστα, άνθρωπέ μου. Με μπερδεύεις με το “κόζα φάει”, “κόζα νόστρα, κόζα βόστρα, μαντζάρε” φαΐ !! Εδώ σε αυτό το σπίτι δε μιλάμε για φαΐ, το φαΐ πέθανε, του κάναμε και κηδεία! Στο σπίτι του πεινασμένου δε μιλάνε για φαΐ!! Δε βλέπεις τι κάνω; Γράφω μια επιστολή για να πάω στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για να διαμαρτυρηθώ για τη συκοφαντία στο όνομά μου και να βγάλω από κει κάνα φράγκο! Έβαλα το Κολλητήρι να γράφει, γιατί κάνει καλλιτεχνικά γράμματα.
ΚΟΛΛ. Καλλιγραφικά πατέρα, έτσι λέγονται τα γράμματα, νομίζω.
ΚΑΡ. *καρπαζιά* Μη με διορθώνεις, Κολλητήρι, αν δεν είσαι σίγουρος, βεβαιότατος και αναμφίβολος!!
ΝΙΟΝ. Και για πες μου, Καραγκιόζη, θα πας έτσι ντυμένος στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, σα φουκαράς;
ΚΑΡ. Τον κακό σου τον καιρό! Φουκαράς είσαι και φαίνεσαι! Τι έχω και δε σου αρέσω; Μια χαρά γυμνοντυμένος είμαι. Στη μόδα και με φοβερά μπαλώματα στο παντελόνι μου.
ΝΙΟΝ. Εγώ στη θέση σου θα έβαζα και καμιά γραβάτα, κανένα φουλάρι. Να δείχνεις πολιτισμένος.
ΚΑΡ. Ένα μουλάρι;
ΝΙΟΝ. Φουλάρι, φου φου φουλάρι, Καραγκιόζη.
ΚΑΡ. Φου φου είσαι και φαίνεσαι, Νιόνιο. Τώρα με τη γραβάτα και το φουλάρι δείχνεται ο πολιτισμός;Εγώ έτσι θα πάω και πολύ τους είναι. Δε λες που θα τους κάνω τη χάρη να θαυμάσουν από κοντά την ελληνική μου ομορφιά της στραβομουτσούνας μου στο μεγαλείο!
ΝΙΟΝ. Τέλος πάντων, δεν επιμένω εξάλλου ο μόδιστρος που γνώρισα και σκέφτηκα να σε στέλνω για να σου δώσει στιλιστικές συμβουλές είναι στη φυλακή. Τον κατηγορούν ότι έφαγε πολλά λεφτά.
ΚΑΡ. Τοv “φουλάρι”; Κι αυτόν;
ΝΙΟΝ. Τον ξέρεις;
ΚΑΡ. Όχι, αυτό το “φουλάρι” δεν το ξέρω. Τα λεφτά ναι, είναι από εκείνα του κοσμάκη.
ΚΟΛΛ. Μπαμπάκο, για να πάνε όλα καλά, λέω πρώτα να πάρεις την ευλογία από κανέναν παπά.
ΝΙΟΝ. Από τον Πάπα;
ΚΑΡ. Όχι από τον Πάπα, Νιόνιο. Από τον παπά.
ΝΙΟΝ. Παπά, σα να λέμε πατέρα;
ΚΟΛΛ. Κάπως έτσι, Νιόνιο, μεγάλο πατέρα.
ΝΙΟΝ. Α, κατάλαβα. “Ο μεγάλος πατέρας” λείπει. Έχω ακούσει ότι είναι στη φυλακή.
ΚΑΡ. Κι αυτός μέσα; Θεός συγχωρές τον.
ΝΙΟΝ. Όχι, Καραγκιόζη. Δεν κατάλαβες. Αυτός δεν είναι μέσα στη φυλακή. Πήγε να επισκεφτεί τους καλούς κρατούμενους.
ΚΑΡ. Ποιους καλούς κρατούμενους;
ΚΟΛΛ. Το ξέρω εγώ, μπαμπάκο. Το άκουσα στο καφενείο. Έχει πάει να επισκεφτεί αυτούς που έπαιρναν λεφτά από τις τράπεζες και τα έδιναν στους φτωχούς. Θέλω κι εγώ να πάω στη φυλακή, πατέρα. Όλος ο καλός κόσμος είναι εκεί, από καλές οικογένειες, από τζάκια. Όχι σαν εμάς, τους φουκαράδες, που έχουμε μόνο μια χαλασμένη σόμπα για να ζεσταθούμε κι ούτε ένα ξύλο για να ρίξουμε μέσα.
ΚΑΡ. *καρπαζιά* Θα σε πετάξω μέσα για κούτσουρο, αν σε ξανακούσω να μιλάς έτσι, παιδί μου. Ο Καραγκιόζης στη φυλακή δε θα μπει ποτέ. Έχω αξιοπρέπεια εγώ και μεγάλο όνομα, που ούτε τόσα χρόνια τουρκοσκλαβιάς δεν μπόρεσαν να σβήσουν. Δε θα ξεφτιλιστώ εγώ μπροστά στις επόμενες γενιές. Δε θα γίνω ποτέ ούτε ευρωπαίος, ούτε γερμανοτσολιάς! Αυτοί δεν έχουν όνομα; Δεν τους δώσανε στη βάφτιση;Καραγκιόζη λένε μόνο εμένα και θα υπερασπιστώ το όνομά μου. Αυτός είναι ο θησαυρός που σου αφήνω, παιδί μου. Η κληρονομιά μου.
ΚΟΛΛ. Μα, με το όνομα, μπαμπάκο, δε γεμίζει το στομάχι!
ΚΑΡ. Νομίζεις παιδί μου! Καλύτερα ένα καθαρό κούτελο κι ένα άδειο στομάχι, παρά με τα έντερα γεμάτα από τα όμοιά τους.
ΚΟΛΛ. Από τι μπαμπάκο;
ΚΑΡ. Δεν ξέρεις, παιδί μου, τι έχουν μέσα τα έντερα;
ΚΟΛΛ. Ξέρω, μπαμπάκο, ξέρω…
ΚΑΡ. Ε, τότε παιδί μου δε χρειάζεται να το λέμε, να βάζουμε στο στόμα μας παλιοκουβέντες . Πρέπει να δείξουμε ότι είμαστε πολιτισμένοι.
ΚΟΛΛ. Έχεις δίκιο, μπαμπάκο. Όχι κακά…
ΚΑΡ. *καρπαζιά* Κολλητήρι, πρόσεχε τη γλώσσα σου, τη βρομερή.
ΚΟΛΛ. “Λόγια” πατέρα, “κακά λόγια” πήγα να πω και πάλι έφαγα καρπαζιά! Μη βαράς άλλο! Χόρτασα σήμερα!!
ΚΑΡ. Είδες, παιδί μου, πάλι χορτάτο είσαι. Δεν μπορείς να έχεις κανένα παράπονο, να ο αληθινός και μοναδικός Καραγκιόζης… Και αύριο πάλι θα φάμε, πάλι θα πιούμε και νηστικοί θα κοιμηθούμε!!
Όπα, όπα, όπα!! Αβάντι Μαέστρο!! Α, ρε γλέντια, μανούλα μου, όπα, όπα, όπα.
ΚΟΛΛ. Από χορό χορτάσαμε! Από φαΐ όμως τίποτα.
ΚΑΡ. Ω ρε μανούλα μου. Για την ξυπόλυτη οικογένειά μου τέρμα η πείνα, θα δικαιωθώ στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και τότε ας αρχίσουν οι ασταμάτητοι χοροί! Λεφτά υπάρχουν!!
---
“Κείνο που με τρώει, κείνο που με σώζει, είναι που ονειρεύομαι σαν τον Καραγκιόζη”
Υ.Γ.: Στη μνήμη του μεγάλου, αθάνατου Ευγένιου Σπαθάρη, που είχα την τύχη να σφίξω το χέρι του. Μια αξέχαστη εμπειρία, μια επαφή με ένα λαμπρό και αγαπητό κομμάτι της ιστορίας της Ελλάδας.
---
Σημ.: την επιμέλεια της εικονογράφησης είχε η Ανασυγκρότηση
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου