Σάββατο 21 Απριλίου 2018

Τα... «καθαρά χέρια» των Χουντικών...

*
Ανασυγκρότηση
***
*

Πέντε οικονομικοί μύθοι
και τρία σκάνδαλα της Επταετίας


Πενήντα ένα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το ξημέρωμα της 21ης Απριλίου του 1967 όταν η “ασθενής” Ελλάδα μπήκε στον “γύψο” τριών πραξικοπηματιών στρατιωτικών.
Κάθε χρονο τέτοιες μέρες οι υμνητές και απολογητές της αιματοβαμμένης ελληνικής δικτατορίας, επιχειρούν με κάθε είδους λαθροχειρίες και ιστορικές ανακρίβειες να «παίξουν» με το συναίσθημα των πολιτών και την εγγενή τάση του ανθρώπου να εξιδανικεύει το μακρινό παρελθόν, με σκοπό να «ξεπλύνουν» το καθεστώς από τα εγκλήματα που διέπραξε ενάντια στον ίδιο τον ελληνικό λαό.
Θα ήταν ανούσιο να επιμείνουμε στην υπενθύμιση των εξοριών, των βασανιστηρίων και των θανάτων εκατοντάδων δημοκρατών που μόλις τρεις δεκαετίες μετά την ηρωική Αντίσταση, είδαν τη χώρα να καταλαμβάνεται και πάλι από το «χακί», αυτή τη φορά, όμως, το «ντόπιο».
Τα στυγερά εγκλήματα του καθεστώτος είναι γνωστά σε όλους, ακόμα και σε όσους κάνουν πως δεν έμαθαν, πως δε θυμούνται, ή πως «διάβαζαν» εκείνα τα χρόνια.
Με αφορμή την 51η επέτειο από το πραξικόπημα των Συνταγματαρχών, κάνουμε σήμερα μια σύντομη και όσο το δυνατόν πιο συνοπτική αναφορά στους πιο συχνούς μύθους που οι υμνητές της χούντας επαναλαμβάνουν μονότονα, ενώ αναδεικνύουμε και τρία από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα που μέσα σε επτά χρόνια πρόλαβε το καθεστώς να κάνει.

Το… «οικονομικό θαύμα» της Χούντας
Τα «που ‘σαι Παπαδόπουλε» αυτών των ημερών, σχεδόν πάντα ακολουθούνται από ένα δήθεν στοιχείο του οικονομικού «θαύματος» της Χούντας. Μόνο που το «θαύμα» ζει μόνο στα μυαλά εκείνων που το κατασκεύασαν με την πίστη ότι όσο περισσότεροι το αναμασσούν, τόσο ευκολότερα θα θεωρηθεί δεδομένο και δεν θα αποκαλυφθεί η ανικανότητα του καθεστώτος -μεταξύ των άλλων- και στο οικονομικό επίπεδο.
Σε αναλυτικό άρθρο που δημοσιεύτηκε το 2013 στην εφημερίδα Ριζοσπάστης (στη στήλη «Ημεροδρόμος») και που αντλεί στοιχεία από το περιοδικό Journal of the Hellenic Diaspora (Vol 2 -1975-) καθώς και από την επισκόπηση του Βασίλη Καρίφη«Η ελληνική οικονομία κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1967 – 1974)», αναφέρονται αρκετά στοιχεία σχετικά με τους μύθους που συνοδεύουν την οικονομική ανάπτυξη(;) της Χούντας, από τα οποία παρουσιάζουμε τα έξι σημαντικότερα.
  1. «Επί Χούντας είχαμε μηδενικό χρέος» – ΜΥΘΟΣ
    Το δημόσιο χρέος, τον Δεκέμβριο του 1967, δηλαδή λίγους μήνες μετά το πραξικόπημα του Απρίλη ανερχόταν στο ποσό των 38,7 δισεκ. δραχμών. Μέχρι τον Ιανουάριο του 1973 το δημόσιο χρέος είχε «σκαρφαλώσει στα 87,5 δισεκ.
  2. «Επί Χούντας δεν είχαμε έλλειμα» – ΜΥΘΟΣ
    Το εμπορικό έλλειμμα το 1973 ήταν πέντε φορές μεγαλύτερο από αυτό του 1968.
  3. «Η Χούντα επένδυε στην Παιδεία» – ΜΥΘΟΣ
    Το ποσοστό των δαπανών για την εκπαίδευση στο σύνολο των γενικών κρατικών δαπανών μειώθηκε κατά 1,6%. Συγκεκριμένα από το 11,6% οι δαπάνες για την Παιδεία μειώθηκαν στο 10%. Αντιθέτως, οι δαπάνες για την «άμυνα» και «δημόσια ασφάλεια» του αστυνομοκρατικού καθεστώτος μέσα σε μια πενταετία σχεδόν διπλασιάστηκαν.
  4. «Επί Χούντας τουλάχιστον είχαμε λεφτά» – ΜΥΘΟΣ
    Οι προσωπικές καταθέσεις μειώθηκαν από 34,2 δισεκατομμύρια δραχμές το 1972 σε 19,6 δισεκατομμύρια δραχμές το 1973.
  5. «Η Χούντα φρόντιζε τους αγρότες» – ΜΥΘΟΣ
    Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων μειώθηκαν από το 63% του συνόλου των εξαγωγών το 1968 στο 48% το 1972. Το αποτέλεσμα ήταν το κατά κεφαλήν αγροτικό εισόδημα να πέσει από το 55% στο 43% του μέσου κατά κεφαλήν εθνικού εισοδήματος.
  6. «Επί Χούντας υπήρχε φορολογική δικαιοσύνη. Πλήρωναν και οι “μικροί” και οι “μεγάλοι”» – ΜΥΘΟΣ
    Οι φόροι που επιβάρυναν τα λαϊκά στρώματα ανέρχονταν στο 91% επί του συνόλου των φορολογικών εσόδων του καθεστώτος, τα οποία από 27,4% του ΑΕΠ το 1966, επί συνταγματαρχών και μέχρι το 1972 αυξήθηκαν στο 29,2%. Από την άλλη, οι φόροι επί των επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 10,9% την περίοδο 1972 – 73, η φορολογική «μεταρρύθμιση» του 1968 που μετέφερε το φορολογικό φορτίο στους ώμους της εργατικής τάξης με τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους πλουτοκράτες να απολαμβάνουν μεγαλύτερα φορολογικά προνόμια είχε ως συνέπεια οι φοροαπαλλαγές 464 μεγάλων επιχειρήσεων το 1971 να ήταν κατά τρεις φορές υψηλότερες από τους φόρους που οι ίδιες εταιρείες είχαν καταβάλει. Επίσης, τα φορολογικά έσοδα από τις ναυτιλιακές εταιρείες μειώθηκαν από 109 εκατομμύρια δραχμές το 1968 σε 29 εκατομμύρια το 1972 (μείωση 73%), περίοδος κατά την οποία ο ελληνικός στόλος αυξήθηκε κατά 16,7 εκατομμύρια τόνους.

Τα σκάνδαλα των σκανδάλων
Όσοι έχουν μελετήσει σε βάθος τα έργα και τις ημέρες του καθεστώτος της Επταετίας γνωρίζουν ότι το μέγεθος των σκανδάλων, ο αριθμός τους και η χρονική πυκνότητα μέσα στην οποία «κατάφεραν» να τα κάνουν, είναι πρωτοφανή.
Η νομοθέτηση του διπλασιασμού των μισθών των πραξικοπηματιών, τα κρέατα του Μπαλόπουλου, η Litton, το γνωστό «Τάμα» της Εθνοσυνέλευσης, οι διορισμοί των οικογενειών και (φυσικά) η Siemens είναι μόνο κάποιες από τις «παρασπονδίες» των «καθαρών» χουντικών στελεχών.
Από αυτά θα αναδείξουμε αναλυτικότερα τρία σκάνδαλα για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της λεηλασίας που εξαπέλυσαν στα δημόσια ταμεία οι «πατριώτες» στρατιωτικοί.
Τα κρέατα του Μπαλόπουλου
Ο Μιχάλης Μπαλόπουλος ήταν υφυπουργός Εμπορίου. Νωρίτερα είχε χρηματίσει και πρόεδρος του ΕΟΤ. Αυτός κι ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου, ο Ζαφείρης Παπαμιχαλόπουλος, κάθισαν στο εδώλιο για το σκάνδαλο των κρεάτων.
Η σοβαρότερη κατηγορία σε βάρος των δυο, ήταν πως χρηματίζονταν «κατά συρροήν» από μεγαλέμπορους της Ροδεσίας (σημερινή Ζιμπάμπουε) που επεδίωκαν να αποκτήσουν μονοπωλιακά προνόμια στην εισαγωγή κρέατος, ενώ εισήγαγαν ποσότητες ακατάλληλες για τη δημόσια υγεία. Αποτέλεσμα της συγκέντρωσης αδειών εισαγωγής σε χέρια λίγων ήταν οι ανατιμήσεις στις τιμές του κρέατος.
Όταν η αγορά έφτασε στα όριά της, ο Στ. Παττακός έλυσε το πρόβλημα με έναν τρόπο που έμεινε στην ιστορία. Στις 21 Σεπτεμβρίου του 1972 Παττακός δίνει γραπτή εντολή να «διατεθούν το ταχύτερον εις την κατανάλωσιν» τα ακατάλληλα κρέατα κρέατα από τη Ροδεσία, ενώ απαγόρευσε για κάποιο διάστημα τη διάθεση ντόπιου κρέατος, ώστε να προωθηθούν στην αγορά τα προβληματικά.
Την υπόθεση συνοψίζει ο Αντώνης Σαμαράκης σε άρθρο του στο γαλλικό περιοδικό Le Nouvel Observateur τον Ιούλιο του 1975 (αναδημοσίευση στην ιστοσελίδα της δημοσιογραφικής ομάδας«Ιός») όπου αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ο Μπαλόπουλος αρχικά διηύθυνε τον ελληνικό τουρισμό (θέση στην οποία εκδήλωσε μια αδιαμφισβήτητη επιτηδειότητα στο άρπαγμα), έπειτα σαν υπουργός Εμπορίου είχε ‘αντιμετωπίσει’ μια σοβαρή κρίση εφοδιασμού της αγοράς με κρέατα, διεξάγοντας (τυχαία βέβαια με ανθρώπους της Νοτίου Αφρικής) λαθρεμπόριο με σάπια κρέατα, που τα πρόσφερε, επί μήνες ολόκληρους, στους Έλληνες καταναλωτές. Θα νόμιζε κανείς ότι πρόκειται για θεατρικό έργο του Μπρεχτ. Ο Μπαλόπουλος καταδικάστηκε αρχικά σε μερικά χρόνια φυλάκιση και έκανε έφεση. Οταν η υπόθεσή του πήγε στο Εφετείο, ο εισαγγελέας της Δημοκρατίας, παραδόξως, μετατράπηκε σε δικηγόρο της υπεράσπισης. Ουσιαστικά, είπε, ότι οι συνταγματάρχες δεν έκαναν πραξικόπημα αλλά επανάσταση, το καθεστώς τους μόνο δικτατορία δεν ήταν, ήταν τιμή να είναι κανείς υπουργός υπό το καθεστώς τους, κλπ.»
Τα… δικά τους παιδιά
Οι συνταγματάρχες δεν έχασαν χρόνο και αμέσως προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα δικό τους δίκτυο «βολεμένων». Έτσι, ο πρώτος τη τάξει Γεώργιος Παπαδόπουλος έκανε τον έναν αδελφό του Κωνσταντίνοστρατιωτικό ακόλουθο, Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Προεδρίας, Περιφερειακό Διοικητή Αττικής και «υπουργό παρά τω πρωθυπουργώ». Ο άλλος αδελφός, ο Χαράλαμπος από χαμηλόβαθμος υπάλληλος αναρριχήθηκε στη θέση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης σε χρόνο ρεκόρ.
Το Στέλιο Παττακό, πάλι, τον ενθουσίαζαν οι κατασκευές- όπως δείχνει και η ψύχωσή του με … το μυστρί. Αποφάσισε λοιπόν να αναθέσει στο γαμπρό του, τον Αντρέα Μεϊντάση, διάφορες επικερδείς δουλειές με το Δήμο Αθηναίων όπως η κατασκευή υπόγειου γκαράζ στην πλατεία Κλαυθμώνος. Ο Μεϊντάσης για μια τεχνική μελέτη «αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου» πληρώθηκε το ποσόν του 1.109.000 δραχμών.
Ο Μακαρέζος από την πλευρά του διόρισε τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου, υπουργό Γεωργίας και – αργότερα- Βόρειας Ελλάδας.
Δάνεια μέχρι «τελικής πτώσεως»
Ο Ιωάννης Λαδάς απέκτησε το σκωπτικό προσωνύμιο «κύριος καθαρά χέρια», χάρη στη ροπή του προς τα… θαλασσοδάνεια.
Ο Μιχάλης Ρουφογάλης, αρχηγός της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, από την άλλη, ενεπλάκη στον τραπεζικό κύκλο εξασφαλίζοντας δάνεια σε «ημετέρους», φυσικά με επιβάρυνση των κρατικών τραπεζών. Σύμφωνα με δημοσίευμα του «Ταχυδρόμου» τον Σεπτέμβρη του 1974,
Στην πρώιμη μεταπολιτευτική περίοδο, τον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο του 1974, το περιοδικό «Ταχυδρόμος» αποκάλυψε δυο σχετικά έγγραφα του Ρουφογάλη. Μια κατηγορία δανείων αναφερόταν ως «χαριστικά και επισφαλή». Στα «χορηγηθέντα» δάνεια καταγραφόταν ποσό άνω του 1,5 δισεκατομμυρίου και στα «υπό έγκρισιν» άνω του 1,6 δισεκατομμυρίου δραχμών.
---
Πηγές: Ριζοσπάστης, Alfavita, iospress.gr, News247, Wikipedia
---
Αντώνης Ρηγόπουλος/altsantiri
---
*

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου